Η γλώσσα είναι μια φωτογραφική απόδοση της κοσμικής πραγματικότητας. Ανάλογα με το μέγεθος του "κάδρου" της, περιέχει ή αποκλείει μέρη σημαντικά ή δευτερεύοντα της τρέχουσας ζωής. Επομένως, η δίκαιη και τίμια απόδοση ή μετάφραση των γεγονότων συμβαίνει όταν το γλωσσικό εκφώνημα είναι τόσο πλατύ όσο για να χωρέσει όλες τις αποχρώσεις τους. Τα κοσμικά φαινόμενα έχουν την ιδιοτυπία να μην είναι μόνο καλά ή κακά κατά απόλυτο τρόπο. Έτσι για παράδειγμα, εάν υποθέσουμε ότι σε μια πόλη συμβεί μια μεταρρύθμιση ή μεταβολή, από τον χρόνο έναρξης μιας νέας συνθήκης θα καταγράφονται τα κέρδη και οι απώλειες. Εάν π.χ. πεζοδρομηθεί η οδός Πανεπιστημίου μπορεί να τονωθεί η αγοραστική κίνηση, είναι δυνατόν ωστόσο η κυκλοφορία των οχημάτων να καταστεί εφιάλτης ή καθημερινό βάσανο των οδηγών τους. Επομένως, ανάλογα με την εκφορά του γλωσσικού μηνύματος προβάλλονται ή αποκλείονται μέρη της αληθείας που αναλογούν σε πτυχές ή παραμέτρους της κοσμικής ζωής. Έτσι οι διαζευκτικές ερωτήσεις έχουν τη συνήθεια να διαχωρίζουν με μια κάθετη τομή το υποτιθέμενο καλό από το υποτιθέμενο κακό, ενώ είναι πολύ πιθανόν οι ψυχικές καταστάσεις των υποκειμένων, το θυμικό και οι βουλήσεις τους, να εκφράζονται σε μια μέση ζώνη, όπου το ποιόν της αληθείας περιέχει και καλό και κακό, σαν να λέμε μια αλήθεια ανάμεικτη, όπως ένα φάρμακο που περιέχει μεν συστατικά καταπαύοντα μια δυσλειτουργία αλλά την ίδια στιγμή παράγοντα μια ανεπαίσθητη ή πρόδηλη ανωμαλία. Τίποτε στον κόσμο δεν είναι μόνο καλό ή μόνο κακό. Είναι καλό ή κακό υπό προϋποθέσεις, είναι καλό με πρόσμειξη κακού, ή είναι κακό με πρόσμειξη καλού. Εξ ου και το λαϊκόν και φερόμενον στα χείλη των επιχειρηματολογούντων: ουδέν κακόν αμιγές καλού. Άρα πάντα υπάρχει ένας τρίτος δρόμος για να βλέπουμε την πραγματικότητα, όπου μια δόση αγαθού ενώνεται αναγκαστικά με μια δόση δεινού, αλλά η αναλογία κάνει την διαφορά. Έτσι για παράδειγμα, εάν στις μέρες μας ένα κράτος-μέλος ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια, θα δει να απορρέουν από αυτό και θετικές και αρνητικές συνέπειες. Μπορεί φέρ' ειπείν να νιώσει ενισχυμένο στον τομέα της ασφάλειας, αλλά να βλαφθεί στον τομέα της αλιείας. Όλα λοιπόν μπαίνουν σε μια ζυγαριά και διαπιστώνεται το ειδικόν βάρος τους. Το ερώτημα λοιπόν ''θες ευρώ ή δραχμή;'' δεν μπορεί να απαντηθεί με ένα ναι ή ένα όχι. Εάν η τρέχουσα οικονομική σημασιολογία στο λεξικό της συνδέει την ύπαρξη του ευρώ με θετικά γνωρίσματα ενώ την ίδια στιγμή την ύπαρξη της δραχμής με αρνητικά, τόσο η ερώτηση μετασχηματίζεται σε ''θες καλό ή κακό;''. Όμως οι ποιότητες των πραγμάτων δεν είναι εξ ορισμού καλές ή κακές. Η χρήση τους είναι ο δείκτης της σημασίας τους, της αξίας τους, της κερδοφόρας ή ζημιογόνας παρουσίας τους. Κι όταν λέμε η χρήση τους, εννοούμε την υποκειμενική αντίληψη την προερχόμενη από το ανθρώπινο υποκείμενο, το οικονομικό ον που χρησιμοποιεί τα πράγματα. Άρα εδώ παλεύουν αντιλήψεις, απόψεις, χρήσεις των πραγμάτων σε έναν κόσμο όμως που μεταβάλλεται διαρκώς, που σημαίνει ότι είναι δυνατόν να μεταβάλει άρδην αυτές τις αντιλήψεις περί των πραγμάτων. Εάν π.χ. σε ένα διαφορετικό οικονομικό σύστημα το εθνικό μας νόμισμα (δραχμή) αντιπροσωπεύοντας μιαν ισχυρότερη κατά πολύ οικονομία, είχε βαρύνουσα αξία, τότε η παραπάνω ερώτηση θα απαντιόταν με το ''θέλω δραχμή''. Η οπτική λοιπόν των πραγμάτων και τα τρέχοντα δεδομένα επηρεάζουν τις αντιλήψεις των υποκειμένων, γεγονός που καθιστά τον άνθρωπο ''μέτρο όλων των πραγμάτων'' κατά τη σοφιστική ρήση. Το πρόβλημα λοιπόν με το δημοψήφισμα είναι ότι η νόσος μας έχει επεκταθεί τόσο πολύ στον εθνικό μας οργανισμό που το ''θες ευρώ ή δραχμή'' μεταφράζεται περίπου ως εξής: ''θες να ανασταλεί το πρόγραμμα της αγωγής που έχει αρχίσει να εφαρμόζεται και ελπίζεται ότι ίσως φέρει κάποιο αποτέλεσμα και να καθοριστεί ένα νέο πρόγραμμα διακόπτοντας την πορεία της όποιας θεραπείας ή θες να συνεχιστεί;''. Εφόσον πια είμαστε εν πλω, οι δυνάμεις της λογικής θα μας οδηγούσαν στην απάντηση ''να συνεχιστεί το πρόγραμμα της θεραπείας μας'', αλλά εάν το ''πάθος'' για μια στιγμή μόνο, την κρίσιμη στιγμή της εκλογής και απάντησης, κυριαρχούσε, τότε θα ήταν πολύ πιθανόν να ωθούσε σε μια διαφορετική ετυμηγορία, ''θέλω να διακοπεί''. Αυτό π.χ. θα συνέβαινε εάν ο ασθενής δεν πολυσυμπαθούσε τον θεράποντα ιατρό του, εάν για την αγωγή που έχει ήδη ξεκινήσει πληρώνει ακριβά, εάν ένιωθε αιχμάλωτος και δεμένος σαν πειραματόζωο στο πλαίσιο αυτής της αγωγής κ.λπ. Αφήστε, δε, που και τα 2 σκέλη της ερώτησης περιέχουν τεράστιο βαθμό αβεβαιότητας. Διότι εάν η θεραπεία με δάνεια και ευρώ δεν οδηγήσει σε αίσιο τέλος, τότε όλοι θα μετανιώσουν για την απάντησή τους, αλλά ήδη θα φέρουν την ευθύνη της. Ή εάν η ανάσταση της δραχμής είναι μια ουτοπική φαντασίωση και οδηγήσει σε διάλυση των τεθεισών οικονομικών σχέσεων, τότε και πάλι θα μετανιώσουν όλοι όσοι αστόχαστα την υποστήριξαν. Με λίγα λόγια, ο άρρωστος ποτέ δεν είχε προφητικές δυνατότητες - μόνο βέβαια η γλώσσα του σώματός του είναι καμιά φορά δείκτης μιας κάποιας ευημερίας ή αναζωογόνησης ή αντίθετα μιας προϊούσας επιβάρυνσης. Όμως πολύ συχνά διαβάζουμε στα συνταγολόγια ή μας ειδοποιούν οι ιατροί ότι με τη λήψη του φαρμάκου είναι πολύ πιθανόν τις πρώτες ημέρες να επιδεινωθεί η κλινική εικόνα. Όταν λοιπόν επιδεινώνεται η κλινική εικόνα, ο ασθενής αρχίζει να έχει αμφιβολίες. Λόγω του ότι το μέλλον είναι αόρατον και ασαφές ενώ η στιγμή της εθνικής διά δημοψηφίσματος απόκρισης ''μοιραία'', συμβαίνει ώστε η ευθύνη της απόκρισης λόγω του ''στιγμιαίου'' του γεγονότος, να γιγαντώνεται και να εγγράφεται στη συνείδηση όλων ως κορυφαία πράξη. Ο ερωτηθείς όμως δεν μπορεί να εκφραστεί με τις απόλυτες και διαχωρισμένες αλήθειες από τις οποίες έχει να επιλέξει κι ούτε μπορεί να εκφράσει ''ανοιχτά'' την πραγματική - μύχια δική του αλήθεια. Στο παιδικό τραγουδάκι ''την Κική ή την Κοκό;'' το παιδί ζυγίζει μέσα του την ομορφιά π.χ. της μίας με τα άλλα τυχόν χαρίσματα της άλλης, κι έτσι βρίσκεται σε κάποιο δίλημμα. Εάν του δινόταν μια αράδα να μιλήσει, θα έγραφε και την Κική και την Κοκό. Δηλαδή θέλουμε και να είμαστε εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας για να μην νιώθουμε ότι αφιστάμεθα της συλλογικής προόδου που λέμε ότι επιτελείται αλλά την ίδια στιγμή θα θέλαμε ει δυνατόν το ευρώ να μεταμορφωνόταν στην παλαιά δραχμούλα και να είχε το αλλοτινό της αντίκρισμα. Η ζωή πάντα είναι ένα μείγμα από πραγματικές και ανεφάρμοστες προσδοκίες, από τωρινά και μελλοντικά δεδομένα, από ύλη απτή και από αέρα, από συμβιβασμούς και από όνειρα, από γεγονότα και εικασίες, από τετελεσμένα και προφητείες, από προσωρινή σιγουριά και από ρευστή αβεβαιότητα, και ο Χρόνος σκεπάζει με έναν μανδύα τις εσωτερικές μας συγκρούσεις καθώς το εγελιανό ''θέση και αντίθεση'' διαρκώς τίθεται ως συνθήκη ζωής. Κι αυτό, δε, που λέμε ευθύνη, θα είχε πραγματικό νόημα, μόνο αν κυβερνούσαμε τον χρόνο και μειώναμε το άδηλόν του, μόνο αν φτάναμε στη θέωση ώστε να διεισδύει η ματιά μας τόσο βαθιά στο μέλλον ώστε να προσγράφεται μέσα μας η πορεία του κόσμου όχι ως διχαλωτά σενάρια αλλά ως ευθύγραμμος κορμός. Είτε λοιπόν με το ευρώ είτε με την παλαιά ή αναστημένη δραχμή, πάντα θα κοκκαλώνουμε μπρος σε σταυροδρόμια των σκέψεων αναμετρώντας το βάρος της αρχικής μας επιλογής και ονειδίζοντας τη φορά που δώσαμε με μια δική μας ''στιγμιαία'' απόκριση. Όταν στους ''Όρνιθες'' σχηματίζεται μια νέα πολιτεία των ουρανών, η Νεφελοκοκκυγία, στην οποίαν έχουν επενδυθεί ελπίδες ότι θα αποτελεί παράδεισο σε σύγκριση με την ανθρώπινη, κανείς δεν φαντάζεται ότι αυτή η νέα πολιτεία, το πλάσμα δηλαδή των ελπίδων γρήγορα θα αποδειχθεί χειρότερη από την προϋπάρχουσα. Το ''πάμε για καλύτερα και βγαίνουνε χειρότερα'' είναι δηλαδή και αυτό μια πιθανότητα. Η οικονομία δυστυχώς δεν προβάλλει ανάγλυφα ερωτήματα τόσο εύκολα όσο θα ήταν φέρ' ειπείν εκείνα των φυσικών νόμων. Τα ερωτήματα απαιτούν ανοιχτές απαντήσεις, κατάφαση ή απόφαση, δηλαδή ναι ή όχι υπό όρους, σύνθετες νοητικές κατασκευές. Αυτή την ευελιξία δυστυχώς δεν τη δίδει το ερώτημα ενός δημοψηφίσματος. Τα όνειρά μας και οι ιδανικές μας απεικονίσεις μοιάζουν με την αρχαϊκή Σφίγγα, όπου φέρονταν στοιχεία από γυναίκα, ψάρι, λιοντάρι, σκύλο και πτηνό. Θέλουμε τη μεταμόρφωση του νομίσματος κατά έναν ερμαφρόδιτο τρόπο ώστε εξωτερικά να είναι ευρώ αλλά με εσωτερική αξία παλαιάς δραχμής, ώστε η Ευρώπη να γίνει ταμείον διεθνούς φιλανθρωπίας, ένας οικονομικός ερυθρός σταυρός, μια νοσοκόμα και αποκλειστική μάλιστα, χωρίς ουδεμία αξίωση και άνευ αποζημίωσης. Η Ευρώπη που στον νουν κάποιων μοιάζει με μέγαιρα θέλουμε με το ραβδί του μάγου να γίνει η μαμά μας. Αλλά ποιος έχει τώρα χρόνο να ακούει... όνειρα;;;
Π. Χριστοφιλίδης
Π. Χριστοφιλίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου