30/10/09

Στριφογυρίζοντας μια σημαία μες στο κρύο


Η φωτογραφία, απάντηση σε ένα ποιηματάκι για του Σαράντα τα παιδιά, έχει το συμβολισμό της: ελήφθη χθες (28/10/2009) κατά τον εορτασμό για την εθνική επέτειο, στο νεκροταφείο πεσόντων στο χωριό Βουλιαράτι Αργυροκάστρου, πολύ κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Ουσιαστικά, δηλαδή, στο ίδιο το πεδίο όπου γράφτηκε τότε η ιστορία.
Τη συνοδεύει ο στίχος του Σαββόπουλου, συγκλονιστικός στην αυθεντική εκφορά του  (τραγούδι: "Γεννήθηκα στη Σαλονίκη", έκδοση στα τέλη της δεκαετίας του ΄70) - ο Σαββόπουλος ο ίδιος τέκνο του Δεκέμβρη του ΄44, στη συμπρωτεούουσα.
Χρόνια μας πολλά.

Χ.

Υ.Γ.: Αν βρω αυτόν το ρημαδιασμένο συνδυασμό έμπνευσης και χρονικής ηρεμίας, θα γράψω περισσότερα για την εμπειρία.

27/10/09

Κατά(θ)ληψη


Η κατάληψη είναι παιδιάστικο τέχνασμα.
Όταν το παιδί δεν ικανοποιείται, κλείνει την πόρτα του δωματίου του, ή την κλειδώνει, και μένει μέσα ταμπουρωμένο, στο τέλος όμως η εσωτερική κρίση τού φέρνει κλάματα. Όταν παραδίδεται στα χέρια των κηδεμόνων του, το κλάμα είναι το παράπονο, ή ένα σινιάλο ότι κάτι άλλο ζητεί στον κόσμο και δεν του δίδεται, ότι κάπου ανακόπτεται η ελευθερία του. Το όραμά του βρήκε τείχη και όρια ακλόνητα. Το πιάνει μια κατάθλιψη όταν μένει μόνο και σκέφτεται το όλο στόρυ.
Στην Ελλάδα κάνουμε καταλήψεις σε σχολεία. Παιδιά τις κάνουν. Αντί να πάνε να σκοτώσουν το θεριό, κατασκηνώνουν πολύ μακριά από τη σπηλιά του και διαμαρτύρονται ότι υπάρχει και ότι είναι ανεπιθύμητο. Αλλά στη σπηλιά του δεν πλησιάζουν. Γιατί άραγε; Μήπως δεν έχουν τα όπλα να το νικήσουν; Ή την πειθώ; Ή μήπως όλα είναι μια αφορμή και ένα πρόσχημα; Εάν το θεριό είναι η Άννα Διαμαντοπούλου, παίρνεις το μετρό και κατεβαίνεις στο σταθμό Νεραντζιώτισσας. Φοράς τα καλά σου, βάζεις και κανένα γυαλί που θυμίζει Γέιλ ή Χάρβαρντ, και πας να της τα πεις. Επειδή όμως θα σε ανακόψουν οι αποσπασμένοι του ΥΠΕΠΘ που κανονικά θα έπρεπε να βλέπουν το λιμάνι της Νισύρου, παίρνεις και ορισμένους μαζί σου, έναν φάκελο με το ζήτημα και τις προτάσεις και επισκέπτεσαι τα γραφεία του θεριού. Με ολίγη προσποιητή ευγένεια δεν θα σε διώξουν. Θα σε δεχτεί η Αννούλα και θα σε κεράσει και μπισκότο, θα σου δώσει μια υπόσχεση και ένα φιλί και θα σου πει ΄΄λοιπόν, άντε σύρε με το καλό στο σχολείο σου΄΄. Η ουσία είναι ότι θα το δεις το θεριό, θα κοιταχτείτε, ίσως λιγάκι το συγκινήσεις όπως στην Πεντάμορφη και το Τέρας. Ενώ αν καθόσουν στο σχολείο, τίποτε δεν θα κέρδιζες. Μόνο θα σε κορόιδευαν οι Αλβανοί εργάτες που το πρωί θα σε βλέπανε ξενύχτη (ας πούμε) να γυρνάς στο σπίτι κι εκείνοι με τον καφέ στο χέρι και την ιδρωμένη μασχάλη.
Οι μετανάστες μας υποφέρουν. Τους δέρνουν στα ΑΤ χωρίς αιτία. Δεν έχουνε χαρτιά και το κυριότερο, δεν γνωρίζουν οι κακόμοιροι τη γλώσσα μας για να συνεννοηθούμε. Μα καλά δεν γνωρίζουν το Λεξικό Μπαμπινιώτη; Είμαι σίγουρος ότι αν πάνε στην Αννούλα και τη συγκινήσουν, θα τους το χαρίσει. Πού πας ρε μετανάστη ξυπόλυτος στο Ελλάντα; Πού πας χωρίς γλώσσα βρε κακόμοιρε; Άντε τώρα σύρε να βρεις έναν διερμηνέα από αυτούς που θα σου βρει το κράτος. Πιάστον από το πέτο και πες του ΄΄μάθε μου ελληνικά΄΄ γιατί αν με σκοτώνουν στο ΑΤ πώς θα φωνάξω βοήθεια για να με ακούσουν;
Οι αντιεξουσιαστές είναι κατά βάθος μικρά παιδιά. Γιατί όλο κλείνονται στο δωμάτιό τους και βάζουνε ροκ μουσική για να δείξουνε μεγάλοι. Κι όλο στα Προπύλαια πάνε. Εκεί έχουνε έτοιμο το σύστημα, τη μικροφωνική. Και το πρωί με τη μαρμελάδα και τη χαύνωση περπατάς στην Πανεπιστημίου και ακούς Ψυχεδέλεια. Ωραίο ε; Αλλά βλέπουνε κι αυτοί ότι δεν τους βγαίνει. Ο κόσμος δεν χορεύει με τέτοια τραγούδια. Είναι και τα χρώματα των πανό λίγο της άγριας ζωγραφικής και ο κόσμος δεν τα χαζεύει. Τους πιάνει μια κατάθλιψη, πάνε μεθούν, τους πιάνει μια κατάθλιψη και τα σπάνε. Μετά τους πιάνουνε και οι φίλοι τους πάνε φιρί φιρί κι αυτοί για σύλληψη, με νέες πορείες και ο κύκλος τους στενεύει και δεν κλείνει ποτέ. Αν το έχετε παρατηρήσει, με το νέο κλίμα οι αντι- πολλαπλασιάζονται ταχύτατα. Γιατί πάνε στα σχολεία και κάνουν καθοδήγηση στα παιδιά - και δεν πάνε ούτε αυτοί στο θεριό να το κοιτάξουν καταπρόσωπο. Εξάλλου είναι και ο ντρες κόουντ : δεν φοράνε άλλα ρούχα παρά μόνο μαύρα, πολύ πένθος για αυτόν τον μετανάστη που τον σκότωσαν στη Νίκαια και δεν ήξερε και ελληνικά από πάνω για να τους φωνάξει ΄΄όπα ρε αδέλφια, κι εγώ της Ελληνικής Παιδείας μετέσχον΄΄ (γιατί αν μπορούσε να το πει αυτό ο μετανάστης, έστω σαν ποίημα ή φάρμακο, θα έβλεπες τον μπάτσο να σταματά έκπληκτος να δέρνει). Άρα, φίλοι μου, η κατάληψη, όλοι θα το δεχτούμε από τα παραπάνω, αλλά και η κατάθλιψη έχει άρρηκτη σχέση με τη γλώσσα. Τελεία και παύλα.
Αλλά η κατάληψη είναι εκτός από παιδιάστικο και ιδεολογικό σύνθημα, και εμπορικό τέχνασμα. Στα Προπύλαια κατασκηνώνουν μετανάστες με τη βούλα και πουλάνε τσάντες. Και πενθούν κι αυτοί για το φίλο που πέθανε στη Νίκαια. Αυτός στη φωτογραφία όλο κλαίει. Κατάθλιψη κι εδώ. Δεν αγοράζει ο κόσμος γιατί οι τσάντες χαλάνε γρήγορα και δεν τις παίρνουν. Κι αυτοί τις κουβαλάνε στους ώμους για να σώσουν το φτωχό κοσμάκη. Οι αντι- αγαπάνε αυτούς τους πεζοδρομιακούς εμπόρους γιατί θέλουν να σώσουν τον φτωχόκοσμο. Κι έτσι κι εκείνοι μπαίνουν στα μάρκετ και κλέβουνε πάνες και τις δίνουνε στις Αφρικανές άνεργες μητέρες που κάθονται στο σπίτι και βαράνε τα τύμπανα για να νανουρίσουνε τα μαυράκια. Και τις πιάνει μια κατάθλιψη γιατί στο Άφρικα δεν φοράνε τα μωρά πάνες και χέζουνε πάνω στα ίχνη της γαζέλας.
Έτσι σήμερα στα Προπύλαια είχε σχηματιστεί ένα διπλό τείχος καταληψιών. Οι μαύροι πουλάνε τσάντες, οι αντι- πουλάνε τσαμπουκά και ροκιλίκι, οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη, οι διαβάτες πουλάνε την απάθειά τους. Κι είναι όλα αρμονικά μοιρασμένα.

Κι έτσι κι Εσύ είσαι τόσο χάλια, σε μια μόνιμη κατάθλιψη, γιατί δεν είσαι ούτε Αφρικανός μετανάστης, ούτε αντι- αλλά και το κυριότερο έπαψες να είσαι παιδί. Μεγάλωσες πια και αυτά δεν είναι σοβαρά για τους ενηλίκους πράγματα.
Οπότε το δισάκι σου στον ώμο και βουρ για γραφείο και σπίτι και μπαρ και ταβέρνα και μουσείο και για καφέ στο Θησείο, να βλέπεις τα χαμένα μεγαλεία και να θυμάσαι την κλέφτρα κίσσα-την Αγγλία.

Κατάληψη διαρκείας μέσα σε 4 τοίχους, σε 4 τροχούς και σε 4 εποχές.

Ένας κύκλος που όλο στενεύει και ποτέ δεν κλείνει. Μια πληγή που νικάει όλα τα σώματα και τα αντι-σώματα, τους αντι-εξουσιαστές και τους αστει(ο)νομο-βασανιστές.

26/10/09

Ελληνικό Δημόσιο

Μην τρομάζετε με τα λόγια, Μεγάλη Πουτάνα το Δημόσιο: Ανοίγει τα σκέλη και όλους τους χωράει.
Όταν έχει τα κέφια της, βγαίνει στους δρόμους και φωνάζει με νάζι. Κι όποιος τύχει και περνάει, μπαίνει μέσα και κλείνει την πόρτα.
Αυτή η περίφημη ΄΄πρώτη εργασιακή εμπειρία΄΄ δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ερωτική μύηση του πρωτάρη. Ο πρωτάρης (ή αλλιώς Stagίτης) έχει μεθύσει 18 και 38 μήνες με την πουτάνα, του έχει κάνει όλα τα κόλπα, κι αυτός βέβαια έχει δουλέψει σκληρά, τα έχει δώσει όλα. Οπότε είναι πολύ δύσκολο να ανοίξει την πόρτα και να φύγει. Τη στιγμή μάλιστα που έξω περιμένουν τόσοι πολλοί.
Όσο περνούν τα χρόνια, η πουτάνα αποκτάει φήμη. Αυτοί που κάποτε μοιραία βγαίνουν έξω από τα μπούτια της, με το μέλι στα χείλη, έχουν να διαδώσουν πολλά. Πόσο παραδείσιες ήταν οι στιγμές τους εκεί μέσα, στο δασάκι! Οπότε το ακούν κι οι άλλοι, και πιάνουν θέση - και περιμένουν να ανοίξει η πόρτα κάποτε και για αυτούς.
Όχι δηλαδή πέστε μου, είναι παράλογο αυτό που θέλει ο πρωτάρης; Είναι εύκολο μες στη γλύκα να αφήσει τον Παράδεισο;



Και το πελατολόγιο μακρύ. Άλλοι μπήκαν από σπόντα, άλλοι από τσόντα, άλλοι φίλοι του νταβά. Σε άλλους μέτρησε σώμα και πέος, σε άλλους απλώς το ΄΄μέσο΄΄ του σώματος.
Τους βλέπουν όλους αυτούς οι απέξω και γελούν. Γιατί, κακά τα ψέματα, τα πιο επιδέξια παλικάρια είναι στην απέξω. Οι μέσα δεν φτουράνε. Κι όσο είναι μέσα και χαύνοι, τίποτε δεν κάνουν. Δεν τους σηκώνονται οι ιδέες, που λένε.
Κι έτσι κι η πουτάνα αρχίζει να δυσφορεί. Βλέπει και τους άλλους έξω να περιμένουν - αλλά ο οίκος είναι στενός. Δεν βγαίνει για όλους, ας το καταλάβουν. Το μπουρδέλο έχει έξοδα, κι ας είν' και νύχτα. Καθαριότης, αρωματισμός, φουστάνια και κατωσέντονα, φώτα, νερά, τηλέφωνα, διαφήμιση.
Δεν βγαίνουν όλα αυτά από ένα κορμί και 400 χαμένα. Μία δουλεύει, κι οι άλλοι τα ξύνουνε. Όχι, έτσι δεν γίνεται νοικοκυριό. Οπότε κι η πουτάνα σκέφτεται, σκέφτεται, και διορίζει αφέντη. Να φέρει την τάξη γιατί εδώ παρέγινε το κακό. Να πάρει το μαστίγιο και να απολύσει όλους αυτούς τους ευνούχους της βασιλίσσης.
Κι έτσι μας προκύπτουν οι κλαυθμοί και οι οδυρμοί. ΄΄Χάνουμε τη δουλειά μας΄΄, κλαίνε οι πρωτάρηδες. ΄΄Είμαστε μανάδες, μπαμπάδες΄΄, οδύρονται. ΄΄Εμείς δεν φταίμε σε κάτι, μας έμπασαν γλυκά΄΄, λένε και ξαναλένε.
 
Αλλά η πουτάνα γέρασε πλέον. Και έχει γίνει λίγο κακότροπη και ιδιότροπη. Καμιά φορά θα αρπάξει το βούρδουλα και θα τους πετάξει έξω όλους, αυτούς τους βολεμένους εραστές. Ο έρωτας εξάλλου σε θέλει σε εγρήγορση, δεν κλείνει συμβάσεις 5ετίας. Να πάρουν τα σώβρακά τους και να φύγουν, οι άχρηστοι.
 
Απέξω είναι πάντα οι καλύτεροι. (Μέχρι να γίνουν κι αυτοί κουραμπιέδες, που μου θύμισε ο κουμπάρος ότι έλεγε ο Πάγκαλος.)


20/10/09

τηλεσυμπτώσεις

20-10-2009
 
Με το άνοιγμα της οθόνης σήμερα στις 7.30 π.μ. ΄΄πέφτω΄΄ πάνω σε ένα από τα γνωστά ντοκιμαντέρ της ΕΤ1:
παλαιά παραγωγή, με κάποιο βαθμό θολούρας τα τηλεοπτικά χρώματα, αμέσως πείθεσαι ότι γυρνάς πίσω μέσα από τη διόπτρα της κάμερας. Η φωνή του αφηγητή σε μεταφέρει σε παλαιόν ειδύλλιο της ελληνικής ενδοχώρας. Η κάμερα γυρίζει αργά και εισχωρεί σε γκρεμούς και πλαγιές, αθάνατα δέντρα και χαράδρες. Είναι η γη που στέφει τον ποταμό Νέστο, μαθαίνουμε, όπου κατά τον αφηγητή βρίσκουν καταφύγιο ζώα και πουλιά από τα πιο πολύτιμα και δυσεύρετα της ελληνικής επικράτειας. Ο αργός τρόπος και η πίεση του χρόνου σε στρέφουν αλλού.
 


Προσπερνώντας 1-2 σταθμούς, συμβαίνει η σύμπτωση: ΄΄πέφτεις΄΄ πάνω σε βαρυσήμαντο τίτλο μοντέρνου καναλιού, με τη γνωστή διαύγεια της τηλεοπτικής κάμερας, με τα χρώματα απότομα και άκρως ρεαλιστικά. Η φωνή του ανταποκριτή πέφτει σαν ριπή ανακριτή ή δικαστή, με εξαχθέντα τα συμπεράσματα της αληθείας και τα πραγματικά περιστατικά. Ο χώρος είναι ο οικείος και ο σημερινός, που καμία τάση νοσταλγίας δεν ξυπνά. Ο τίτλος λοιπόν ήταν: ΕΠΙΚΗΡΥΞΑΝ ΛΑΘΡΟΚΥΝΗΓΟ ΠΟΥ ΣΚΟΤΩΣΕ ΣΠΑΝΙΟ ΨΑΡΑΕΤΟ και από κάτω ο γεωγραφικός προσδιορισμός: Δέλτα Έβρου - απευθείας.




 
Το γεγονός ότι το πέρασμα από τη μία πραγματικότητα στην άλλη συνέβη μέσα σε διάρκεια 1-2΄ γιγαντώνει το αίσθημα της εκπλήξεως και της συμπτώσεως. Οι 2 πραγματικότητες γίνονται σαν βρεγμένη κόλλα εφημερίδας όπου τα μπροστινά παντρεύονται με τα οπίσθια τυπογραφικά στοιχεία.
 
Ξαφνικά νιώθεις πως σβήνει η μηχανή του Νου και βρίσκεσαι στο Άχρονο, ούτε στο τώρα ούτε στο χθες - μάλλον σε μια ονειρική περιοχή του εσωτερικού χρόνου όπου το χθες φέρεται ιδανικά στο παρόν, σβήνοντας στιγμιαία την πίκρα της αλλαγής και βάφοντας από πάνω την επιθυμία.
 
(Ίσως το έχετε νιώσει και σεις.)

ανωνύμου γραφέως

Θα μπορούσε νά' ταν ένα σχέδιο θεατρικού κοστουμιού, π.χ. του Νίκου Πετρόπουλου.
 
Θα μπορούσε νά' ταν μια πρόχειρη αρχαιολατρική απεικόνιση με πρότυπο τον Μ. Αλέξανδρο και παραπομπή στο ηρωικό ιδεώδες.
 
Κι όμως...
Ήταν ένα αδέσποτο πρόχειρο και παρ' όλα αυτά υπέροχο σκίτσο, που ένας άγνωστος πελάτης (στην ΕΤΕ της οδού Σταδίου) παράτησε σε ένα γυάλινο τραπέζι, όταν έληξε η περίοδος της αναμονής του.
 
Και το ερώτημα τίθεται ως εξής: γιατί η στροφή στα κλασικά ή ελληνιστικά; Μήπως η επίδραση των κιονοκράνων και της αρχιτεκτονικής του κτηρίου; Ή ψάχνοντας στα παλιά έναν ηγέτη για το σήμερα;
 
(Η απάντηση κρύβεται στο υποσυνείδητο, δηλαδή στο άβατο, αυτού του αγνώστου. Τα μυστήρια της ψυχής...)




19/10/09

Σε παραδέχομαι, ρε μάγκα!


Όλοι σας θα το λέγατε πως ΄΄για να σωθεί η ελληνική οικονομία πρέπει όλοι μας να συμβάλλουμε, με την καθημερινή μας στάση και συμπεριφορά΄΄ και πως ΄΄η νοοοτροπία: βρε δε γαμιέται; ας τα πληρώσει το κράτος, αφού δεν πληρώνω εγώ, τι με νοιάζει;΄΄ είναι καταστροφική.
Βέβαια ας μην ξεχνάμε ότι ο εγχώριος κομματισμός έχει θεμελιώσει τέτοια ανακλαστικά. Η κομματική διοίκηση χαντάκωσε καριέρες, έπληξε ζωές, ανατίναξε οικογένειες. Ακόμη πολλοί θυμούνται μαυραγορίτες, δοσίλογους, ΄΄πατριώτες΄΄, Εμφύλιο, παρακρατικούς, Δεξιούς και Αριστερούς τραμπούκους, Απριλιανούς, στρατιωτικούς-καθάρματα, πολιτικούς-τυχοδιώκτες, γιατρούς-φονιάδες, εφοριακούς-εισπράκτορες, καθηγητές-φασίστες κ.λπ.
Με τέτοιες μνήμες και εμπειρίες, άντε μετά να πεις στον άλλον ΄΄πέτα τα χαρτιά στον κάδο της ανακύκλωσης, μην κλέβεις φόρο, άλλαξε λάμπες για εξοικονόμηση ενέργειας, να περιμένεις στη σειρά σου, μην επισκέπτεσαι πολιτικά γραφεία για διάφορες εξυπηρετήσεις, να σέβεσαι γραφειοκράτες και διπλωμάτες, να αγαπάς τους βαθμοφόρους, μην καις το δάσος, κάνε άσκηση και πρόληψη για να μην επιβαρύνεις το εθνικό σύστημα υγείας πιάνοντας θέση σε δημόσιο νοσοκομείο, χάρισε τα βιβλία της τάξης σου στους μαθητές της επόμενης φουρνιάς, πρόσφερε στους πένητες τα ολιγοφορεμένα μπλουζάκια σου κ.λπ.΄΄
Το ανακλαστικό είναι το εξής: Μου το λέει το κρατικό μέτρο. Μου το λέει ο Χ Υπουργός. Και ποιος είναι αυτός ρε; Έχει φυλάξει Θερμοπύλας; Εεε; Ή μήπως δεν υπηρέτησε ποτέ στον ελληνικό στρατό; Ή μήπως διαθέτει 45 οροφοδιαμερίσματα; Και τι έκανε στην τελική αυτός για μένα, ώστε κι εγώ να δεχτώ το μέτρο του;
Με τη μέθοδο της προσωποποίησης, Κράτος ή Πατρίδα είναι ο βλάχος ρητορίσκος του Κοινοβουλίου, ο αγράμματος πολιτικός που δεν εμπνέει, ο φοβισμένος υπάλληλος που αντί να παίρνει πάνω του και να ρυθμίζει μιαν υπόθεση, κρύβεται πίσω από εσωτερικούς κανόνες και από την άδεια της μαμάς του-του προϊσταμένου του δηλαδή. Με την προσωποποίηση, εάν το πρόσωπο το συμπαθούμε, κάτι κάνουμε - εάν το πρόσωπο το αντιπαθούμε, του πάμε κόντρα. Κι έτσι πάει όλο το σύστημα, περίπατο.

Δηλαδή η πρόοδος στην Ελλάδα είναι ένα ρήμα : ΄΄Παραδέχτηκα΄΄.

(Μόνον αν παραδεχτείς κάποιον, σε πείθει και τον ακολουθείς σαν σκυλάκι. Πρέπει να σε εμπνεύσει σαν τον Ρεχάγκελ, να φέρνει επιτυχίες, να προκαλεί συλλογικό ενθουσιασμό. Οι πολίτες γίνονται φαν κλαμπ και η πολιτική ποδόσφαιρο - γι' αυτό και ο Ανατολάκης...

Εμπρός, Ανατολάκη, φέρε άνοιξη κι ανατολή! )

από το ιστολόγιο του Σχολιαστή, http://osholiastis.blogspot.com/2009_05_01_archive.html


7/10/09

Στο Εθνικό Θέατρο

Αναλογίζομαι πού να βρίσκονται τώρα όλοι αυτοί οι κορυφαίοι ηθοποιοί που για έναν ολόκληρο αιώνα γέμιζαν το χώρο με τη φωνή και την υποκριτική στάση τους.
 
Με αυτό το ιδιότροπο αίσθημα μοναξιάς που σε καταλαμβάνει όταν περιπλανιέσαι σε ένα κτίσμα οξυμμένης αρχιτεκτονικής ευπρέπειας, βυθίζεσαι σε σκέψεις περί ενός χαμένου μεγαλείου, περί μιας πολιτισμικής πραγματικότητας που αληθώς ποτέ δεν θα βρει το όμοιό της.
 
Οι σκηνογραφίες, τα κοστούμια, το άλλο ήθος μιας άλλης εποχής, οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες που απεικονίζουν στιγμές μονάχα από την αιώνια διάρκεια μιας παράστασης, αιώνια στο Νου και στην Ψυχή των τυχερών θαμώνων, εάν βέβαια ζουν τέτοιοι μάρτυρες ακόμη.
 
 
Παρηγοριέσαι μόνο με την απλότητα και σεμνότητα της συντηρήτριας που ανέβηκε στη σκαλωσιά για να περιποιηθεί τους ερωτιδείς.
 
Η φωτοχυσία των αριστοκρατικών πολυελαίων, το σανίδι, τα βελουδένια καθίσματα, τα ξυλόγλυπτα, η κουπαστή από ξύλο και μαντέμι, οι παραστάσεις της ελληνικής αρχαιότητας, τα φυτόμορφα και ανθόμορφα μοτίβα, η ελληνική Φύση, τα φουρούσια, οι άγγελοι, οι πεσσοί και οι κίονες, οι απαστράπτοντες καθρέφτες, το τζάκι του Ball Room, το κυρίαρχο αίσθημα της τάξης, της αρμονίας και της συμμετρίας, όλα αυτά καθώς αγγίζονται μες στην περίσκεπτη μοναξιά του περιπάτου ή της ξενάγησης, σε πόσους εσωτερικούς ιλίγγους, σε πόσους ψυχικούς κραδασμούς και σε πόσες συναισθηματικές ταλαντώσεις μπορούν να σε οδηγήσουν!
 
Το αχ του θαυμασμού και της νοσταλγίας, το οοο! ενός δέους στο οποίο μπορείς να υποκλιθείς. Τεκμήρια ενός απολεσθέντος ρομαντισμού, μιας ΄΄καθαρευουσιάνικης΄΄ ξενόφερτης αρχαιολατρίας, που τόσο τα έχουμε ανάγκη σε μια εποχή σχισμένων αφισών και πολιτικής ευτέλειας απλώς για να πλάσουμε νοερά το πρότυπο μιας άλλης ζωής, ενός άλλου μόντους βιβέντι, που είναι μαζί όνειρο και πλάνη, φαντασία και ιδεώδες.
 
Διακοσμητικά μοτίβα που χρησιμοποιούνταν στα νεοκλασικά κτίρια καλύπτουν τους τοίχους και τις οροφές του Εθνικού
 
Ξυπνούν μέσα σου σκηνές από ιταλική όπερα, από αυστριακά βαλς, από ξεπερασμένα κοινωνικά πρωτόκολλα, όταν ο κύριος έβγαζε το καπέλο του για να χαιρετήσει έναν άλλον κύριο στην ξαφνική συνάντηση του δρόμου.
 
Το παρελθόν μέσα εκεί μπορεί να γίνει μια δακρύβρεχτη αρρώστια για εκείνους που με όλη την ψυχή τους θα αναπαραστήσουν μέσα τους όλη την πορεία και την εξέλιξη του πολιτισμικού οργανισμού σε παραλληλία με τη σύγχρονη ελληνική κοινωνική ιστορία.
 
Από τα μεγάλα τζάμια βλέπω απέναντι την πλατεία. Πρεζάκηδες σαν μικρές αγέλες συνωθούνται, κοιτάζονται στα χέρια, βαδίζουν και ρετάρουν. Ένας χορός αρχαίας ελληνικής τραγωδίας σε μια πόλη που την χτύπησε ένας λοιμός, μια ηθική πανούκλα. Κι όλα αυτά με τα σημαιάκια της αλλαγής να σε κοροϊδεύουν επαναφερόντάς σε στον ρεαλισμό και την... πραγματική οικονομία.