21/4/11

Ένας καλλιτέχνης

21.4.2011

Αφήνει μια γεύση και η μουσική, καθώς την καταπίνεις, από άλλα απορροφημένος κι εκείνη να σε τρυπάει πισώπλατα. Τα χέρια σου δεμένα σε άλλες έγνοιες, αλλά το τραγούδι θα καταφέρει τελικά να μπει μέσα σου, όπως τρυπώνει η ουρά των κυμάτων στις κρύπτες των βράχων. Και μπαίνοντας σαν να ξεπροβάλλει πάντοτε μια οθόνη αόρατη στο κενό του χώρου και στο φως του χρόνου, μια οθόνη όπου ανέκαθεν είσαι εσύ και ορισμένα ακηλίδωτα στιγμιότυπα της ζωής σου, εσύ και οι παλιοί φίλοι, εσύ και οι αγάπες σου, οι νεανικές σου τρέλες, οι νεκροί σου, οι θάλασσες που αγάπησες, οι σκέψεις και τα όνειρα που έχουν αποσυρθεί δίνοντας τη θέση τους σε ωριμότερες επισκοπήσεις του καθ' ημάς ''ανατολικού'' βίου. Ξαφνικά οι πενιές του μπουζουκιού και το μικρό μπαγλαμαδάκι σαν να σε γαργαλούν πειράζοντάς σε, βγάζοντάς σε από τη στάση του ωμού ρεαλισμού και πηγαίνοντάς σε σε μια στάση ανασυρμένου συναισθήματος - τι καημοί, τι γλέντια, τι δίνες, οι παρέες των Ελλήνων, οι αμίμητοι χοροί τους, οι λαϊκές περιπέτειες, οι ρεμπέτες και οι πρόσφυγες, οι άνθρωποι που αγάπησαν και τρυπήθηκαν από λάμα οξύαιχμη, οι άνθρωποι που εξορίστηκαν για τις ιδέες τους, κάθε τραγούδι μια φαντασία και μια κοινωνική ιστορία, να ανοίγεται πάντοτε σε βάθος απώτατων χρόνων. Το τραγούδι για το Εγώ που αναφέρεται στο Εσύ, και η φωνή του καλλιτέχνη βγαλμένη άλλοτε από ένα παλιό ηχείο, από ένα απολιθωμένο δάσος, από ένα βαθύ φαράγγι, από έναν σκονισμένο καφενέ, επαναφέρει στο προσκήνιο το ζητούμενο των εσωτερικών μας δονήσεων, των παθών της καρδιάς. Εκεί που παιδευόσουνα παλεύοντας με τα χέρια σου, ξαφνικά έρχεται μια μουσική και σε απάγει τραβώντας σε από τα πέταλα της καρδιάς, κι απομένεις συλλογισμένος εκεί, στο μέσο της κάμαρας, ψάχνοντας κάτι, ή κάτι σοφά διαπιστώνοντας. Με τη μουσική βάζεις το θερμόμετρο πάνω στην υφέρπουσα αρρώστια της ψυχής, αναμετριέσαι με το χρόνο και τις προσδοκίες σου, σε απολογισμό χαμένος και σε απολογία προς τον ίδιο σου τον εαυτό. Και τι παράξενη αίσθηση να ακούς τη φωνή του καλλιτέχνη όταν πλέον αυτός δεν υπάρχει. Στ' αλήθεια, δεν γνωρίζεις καλά καλά πού τω όντι βρίσκεται - μήπως σε κοροϊδεύει και ψευδολογούν όσοι λένε πως χάθηκε; Από πού έρχεται αυτή η φωνή; Από το παρελθόν έχει ξεμείνει σαν στοιχειό ή από τον Άδη αναστήθηκε κι υψώθη; Αυτή η απροσδιοριστία σε κάνει σχεδόν να τρεκλίζεις, αβέβαιος και για το δικό σου βήμα, για το πού στ' αλήθεια ανήκεις κι εσύ, καθώς κάθε μέρα σε φτύνει στον κόσμο και σου δίνει μια πίστωση έργου. Σαν προφήτης και ο καλλιτέχνης, μια αόρατη πυξίδα αυτή η φωνή του, ένας μυστηριώδης αστερισμός, μια υπερπόντια πίστη, και τα λόγια του τραγουδιού πόσο κραταιά σε εγκολπώνονται και υπακούεις στην πεποίθησή τους. Το τραγούδι είναι ένας μικρός Θεός, ένας ήλιος που σε φωτίζει άμα σε βρει, αλλά και ένας καθρέφτης που δείχνει πού περίπου έχεις φτάσει στην πορεία σου σε αυτήν την πολυθόρυβη έρημο των πόλεων. Σαν μοναχός και ο καλλιτέχνης, σε καλεί με έναν ύμνο που έρχεται από το τότε, από το τώρα, από το πουθενά, κρυμμένος στη σκήτη του, τραγουδάει κατά στιγμές, σαν τον αρχαίο αοιδό, σαν τον λυρικό ποιητή, φτιάχνει μια ελεγεία, έναν θρήνο και μαζί μια καντάδα, γιατί όπως και να το κάνουμε δύο όψεις έχει η ζωή, το γλυκό και το πικρό, αξεχώριστα δεμένες μεταξύ τους. Το τραγούδι, κάθε τραγούδι είναι ένα μικρό Πάσχα, όπου από τη μια η σταύρωση κι από την άλλη η ανάσταση.

Καλή ανάσταση

Δεν υπάρχουν σχόλια: