5/1/12

''Βυρίνης", 3.1.2012


Κάτω απ' τα βαρέλια του κρασιού
πο'μειναν άδεια απ' το χρόνο
σαν σε ταβερνάκι ενός νησιού
που άδειασε γλυκά και μένει μόνο

τσούγκρισαν τις κούπες τους οι φίλοι
τρέχαν με ρυθμό ολωνών τα χείλη
τι να πούνε πρώτο, τι αξίζει
τι στη σκοτεινιά αυτή χρυσίζει

ήτανε ο Δούναβης στην Πέστη
ήτανε του Σέφιλντ τα παιδιά
ήταν μια ευχή, το ''Ελλάς ανέστη''
που άρρητο κρυβόταν στη θωριά

ήταν μια ανάγκη τιμωρίας
που'ταν απαλή στην καλοσύνη
ήταν μια επίγνωση μωρίας
μες στου χρόνου την απεραντοσύνη

κι έπειτα μαζί έξι συνάμα
χώρεσαν σε αμάξι ροδωπό
σαν κάποια τρελή ωραία φάρσα
που άναψε χωρίς κάποιον σκοπό

Τώρα ο ταβερνιάρης περιμένει
πάλι οι έξι φίλοι να φανούν
να γεμίσουν το κενό του χώρου
μια και τα βαρέλια αδυνατούν.

Π.Χ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: