Τότε δεν υπήρχαν αυτοκίνητα, κινητά τηλέφωνα και τηλεοράσεις ή ραδιόφωνα. Τα παιδιά ζήτημα είναι αν είχαν παπούτσια. Τα στρώματα στα κρεβάτια τα γέμιζαν με μαλλί προβάτου ή φύλλα από φυτά. Για να πάρει ένας υπάλληλος κοστούμι, χρωστούσε έναν χρόνο. Σε ένα σπιτάκι έμεναν δέκα. Θερμαίνονταν από την αντανάκλαση θερμότητας της πυροστιάς. Οι έφηβοι δούλευαν από το πρωί ως το βράδυ, για ελάχιστα χρήματα. Κοιμόντουσαν σε καναπέδες-κρεβάτια. Το ταχυδρομείο έφερνε το γράμμα από μακριά. Από το κοινοτικό κατάστημα ακουγόταν μια φωνή: Έχεις τηλέφωνοοο... Το βλέμμα σκυμμένο μπρος στον ιερέα και στον δάσκαλο. Τα παιδιά έπαιζαν στις αλάνες με μια μπάλα-τόπι από άχυρο ή άλλα άχρηστα υλικά. Οι μητέρες ήξεραν τον τρόπο να κάνουν το φαγί να αβγαταίνει ώστε να πάει σε όλους. Φτώχεια στην μεταπολεμική Ελλάδα. Μαζεύονταν στα σπίτια και έπιναν κρασιά, όλοι μαζί στους καημούς και στα γλέντια. Οι φωτογραφίες είναι ξεθωριασμένες, γκριζωπές. Αλλά πόση δύναμη έπαιρναν από την ένωσή τους, πόση χαρά από τη δύναμή τους, πόση γλύκα από τη χαρά τους. Με το λίγο περνούσε η μέρα και ούτε ιδέα για κάτι εύκολο, ευκολότερο, το κομφόρ. Στην ντουλάπα το καλό πουκάμισο φοριόταν από τον αδελφό για την καλή περίσταση, και άλλοτε από άλλον. Τα παιχνίδια αυτοσχέδια και πάνω στο χώμα. Οι γυναίκες δούλευαν, δεν κορόιδευαν όπως σήμερα, τα κορίτσια δεν ήταν μαμόθρεφτα και οι άντρες τιμούσαν τον λόγο και τα παντελόνια τους. Άμα έλεγες κάτι το πίστευες. Όποιος αμάρταινε την πλήρωνε. Είχε κάποια σημασία και η σημαία και ο στρατός και η εκκλησία και οι παλιοί ποιητές και τα εμβατήρια και οι νεκροί πολέμου και οι φίλοι. Το ''όλοι μαζί'' που τώρα ψευτοδιαφημίζεται τότε ήταν συλλογική αρχή και καθημερινή συνθήκη. Ο λαός ψήθηκε κάτω από τον ήλιο και έγινε πέτρα και νότισε η πέτσα του από το κρύο και την υγρασία. Δουλεύαν όλοι για κάτι καλύτερο, για μιαν άλλη Ελλάδα, δεν κορόιδευαν με ψεύτικα οράματα. Αν και τότε οι ξένοι αφέντες σού έπαιρναν, Ελλάδα, τον πλούτο σου, τα κορμιά σου και τα μυαλά σου.
Τότε με το τίποτε γινόταν κέφι. Τώρα με το καθετί δεν γελάει κανείς. Οι παλιοί είναι να μας πάρουν όλους εμάς τους βουτυρένιους και να μας λιώσουν στο καμίνι.
Σήκωσαν την Ελλάδα στα δύσκολα. Κι ήρθαμε εμείς τα βουτυρόπαιδα να χαλάσουμε το εθνικό βιος.
Εντέλει, το παλιό το πράγμα είναι άλλο πράγμα, δηλαδή διαφωνώ με το τραγούδι που'λεγε η Βίκυ Μοσχολιού.
Δεν είναι βούτυρο.
Τότε με το τίποτε γινόταν κέφι. Τώρα με το καθετί δεν γελάει κανείς. Οι παλιοί είναι να μας πάρουν όλους εμάς τους βουτυρένιους και να μας λιώσουν στο καμίνι.
Σήκωσαν την Ελλάδα στα δύσκολα. Κι ήρθαμε εμείς τα βουτυρόπαιδα να χαλάσουμε το εθνικό βιος.
Εντέλει, το παλιό το πράγμα είναι άλλο πράγμα, δηλαδή διαφωνώ με το τραγούδι που'λεγε η Βίκυ Μοσχολιού.
Δεν είναι βούτυρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου