Η πολυπόθητη κοινωνική συνοχή δείχνει άθλος που πολύ δύσκολα θα μπορούσε να πραγματωθεί στις μέρες μας.
Σε μια πολυσυλλεκτική κοινωνία όπως η σημερινή, αυτά που μας χωρίζουν εμποδίζουν τις γέφυρες επικοινωνίας.
Ειδικά, στο πεδίο της κουλτούρας, η διαίρεση έχει πλέον συντελεστεί με τη δημιουργία πολλών ομάδων ενδιαφέροντος, πολλών κοινών.
Βέβαια, σύμφωνα με τις αρχές του πλουραλισμού, ο καθένας επιλέγει το προϊόν του, και λογικά αυτό το κάνει με επίγνωση της επιλογής του. Άρα, συνειδητά ας πούμε προστίθεται στο κοινό που τον ενδιαφέρει, υιοθετώντας τον κώδικα επικοινωνίας που αποδέχεται.
Αν λάβουμε υπόψη μας αυτά που λέγει ο κριτικός Αλέξης Ζήρας και ο ομότεχνός του Ευριπίδης Γαραντούδης στο αφιέρωμα της΄΄Λέξης΄΄ για την ελληνική λογοτεχνία, στο χώρο φέρ' ειπείν του βιβλίου, υπάρχουν 2 τουλάχιστον μεγάλα στρατόπεδα: το ένα είναι αυτό που ονομάζει ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΛΑΪΚΙΣΜΟΣ ενώ το άλλο Ο λεγόμενος ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΣΜΟΣ. Ο κριτικός λέγει ότι τα ευπώλητα των βιβλιοπωλείων, τα μπεστ σέλερ κ.ο.κ., δηλαδή συνήθως ό,τι κατατείνει στην ευκολία, της γραφής, της σύνθεσης, της γλώσσας κ.λπ., ανήκουν στο α΄ στρατόπεδο. Στους αντίποδες αυτού, οι ποιητές που επιζητούν ένα μικρό - ειδικό κοινό, περιφρονώντας τις στατιστικές του εμπορίου και τα εντυπωσιακά μεγέθη των πωλήσεων, ανήκουν στο β΄. Η σχηματοποιημένη αυτή διαίρεση θυμίζει μιαν αντίθεση μεταξύ πλήθους και Επιτροπής Σοφών, μάζας και Γερουσίας των Ολίγων. Το ζητούμενο της ποιότητας χάνεται μέσα στην καταναλωτική αγορά, στη διαφήμιση, στη σύγκρουση των συμφερόντων και των ομάδων ενδιαφέροντος, των κοινών, όπως τα ονομάσαμε παραπάνω.
Το λαϊκό πεζό βέβαια δεν σημαίνει ότι είναι σκουπίδι. Αλλά και το αντίστροφο: η λεγόμενη υψηλή ποίηση δεν σημαίνει ότι αγγίζει πάντοτε τις εσώτερες χορδές του λαού, που εδώ ονοματίζεται ανεξαρτήτως κοινωνικού στρώματος. Από την άλλη μεριά, το σαφές και ευκολοκατανόητο δεν σημαίνει ότι είναι πρόχειρο ή απορριπτέο (σημ.: ο Μιχάλης Μερακλής στο ίδιο αφιέρωμα τολμά να ζητήσει μια ποίηση που θα προσεγγίζεται πιο εύκολα από τον αναγνώστη, που συνήθως δεν μπορεί να σπάσει τα νεφελώματά της), ενώ το υψηλό πνευματικά, που δύσκολα αποκρυπτογραφείται, μπορεί να κουράζει πιο εύκολα, να μην συγκινεί καθόλου, να είναι παγερό και αδιάφορο.
Άρα, όλα είναι θέμα ματιάς - πρόσληψης, και η κοινοτοπία αυτή μας διαιρεί ακόμη περισσότερο. Ο αναγνώστης ανάλογα με την προσωπικότητά του μπορεί να επιλέγει αυτό που του πάει περισσότερο και από το οποίο να αντλεί τη δύναμη των πνευματικών ναμάτων και να πλάθει τη βιοθεωρία του.
Είμαστε βέβαια και λαός της διαίρεσης, της απαξίωσης και υποτίμησης των άξιων, της ανάδειξης και προβιβασμού των αμφίβολης αξίας. Σας προσκομίζω ορισμένα τεκμήρια και κρίσεις για να προκαλέσω φυσικά τη διαίρεσή σας βάσει αυτών:
1. Σε επιφυλλίδα του στα ΝΕΑ ο Θ. Νιάρχος επαινεί το ήθος του Ταχτσή (όρθια συνείδηση) και στον επίλογο κακίζει χωρίς να ονοματίζει ορισμένους από την Ομάδα των 18 Κειμένων που τον παραμέρισαν.
2. Σύμφωνα με τον Κ. Γεωργουσόπουλο, 94 θεατρικές παραστάσεις της περιόδου 1974-2009 είχαν ΄΄κάποιο ποιοτικό γνώρισμα΄΄. Στην πρώτη θέση ο Σ. Ευαγγελάτος με 17/94 και 2ος ο Κάρολος Κουν με 11/94 (πρέπει να τα αρίθμησα σωστά).
3. Ο Κυνόδοντας ήταν αίσχος για τη φίλη Ευτυχία Γεωργούλια, αν και οι εφημερίδες τόνιζαν ότι ήταν πρωτοποριακή.
4. Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης κάποτε γέννησε το Αντιφεστιβάλ.
5. Κάποιοι σκηνοθέτες έβαλλαν εναντίον του ΕΚΚΕ. Δει δη χρημάτων, άνδρες Αθηναίοι.
6. Στην Τριανταφύλλου ρίξανε αυγά στο Φλοράλ γιατί έχει μιλήσει και για την αριστερή τρομοκρατία και το αισχρό άβατο των Εξαρχείων.
7. Οι δίκες καλά κρατούν στην Ελλάδα, με διάφορες αφορμές: θυμηθείτε το ΄΄Ζιγκ ζαγκ στις νεραντζιές΄΄, την κόντρα Μπουκάλα - Ασωνίτη, τον Μήτσο Κασόλα και την Άγρα κ.ο.κ.
8. Ο Καβάφης και ο Καζαντζάκης είναι τα α΄ ονόματα διεθνώς που εκπροσωπούν την Ελλάδα.
9. Την υψηλή ποίηση συναντούμε στους καραγωγείς της πλατείας Αβησσυνίας και στα σκονισμένα ράφια των πεζοδρομίων. Θυμήθηκα τον Ίψεν, του οποίου το α΄ έργο του, ο Κατιλίνας, επώλησε 40 αντίτυπα. Αλλά μπορούν οι τιμές να εξευτελίζουν τα ονόματα;
10. Ο Θανάσης Βαλτινός έγινε Ακαδημαϊκός. Η δυσάρεστη εξουσία τού να δίνεις ή να μη δίνεις βραβεία, που λέει και η Κ. Δημουλά.
Θα μπορούσα να σας ερεθίσω με πολλά άλλα γεγονότα και σχόλια. Αλλά προτιμώ να στρίψω στην πολυειπωμένη έννοια-πρόσκληση ΄΄ενότητα΄΄, που αν επιτυγχανόταν, θα βοηθούσε τη συλλογική πρόοδο. Η ενότητα λοιπόν που είναι άπιαστη έννοια, είναι μάλλον ένα τρικ, ένα κολπάκι διαφημιστικό. Μπροστά φιλιά και αγκαλιές, πίσω ύβρεις και κατάρες: το λέει τόσο ωραία ο Μένης Κουμανταρέαςστις αναμνήσεις του από παλαιότερες θεατρικές παραστάσεις στην Ελλάδα, στο αφιέρωμα της ΄΄Λέξης΄΄ στο οποίο σας παρέπεμψα και άλλοτε πρόσφατα: ΄΄ίσως, σκέφτηκα, παίζουν έναν ακόμη ρόλο, αυτή τη φορά στην πραγματική ζωή΄΄.
Έναν ακόμη ρόλο, που αν ωστόσο δεν τον έχεις μάθει καλά, τόσο εύκολα αποκαλύπτεις τις διαθέσεις σου.
Σαν να βλέπεις το τρίο Μπακογιάννη - Ψωμιάδης - Σαμαράς σε συνεδριακό εναγκαλισμό με το ζόρι και σε νωθρά χαμόγελα στο όνομα της ενότητας. Η μόνη ενότητα εν προκειμένω είναι η παραδοσιακή διαδικασία που χιουμοριστικά ανατέλλει μέσα από τις λέξεις:
το αλεύρι, το ψωμί
το'βαλαν σε ένα σαμάρι
να το καταπιεί η μπάκα
1 σχόλιο:
Πρωτοποριακή όχι. Δομημένη με κάποιες τεχνικές ρετσέτες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου Αυτά τα θέματα έχουν πει άλλοι καλύτερα. Ο Λάνθιμος, σκηνοθέτης ποπ βιντεοκλίπ των Ρουβά και Βανδή, έγινε μεγάλος κινηματογραφιστής. Αλλά τα πάντα μπορεί να συμβούν όταν αποδομείται η τέχνη. Από την άλλη ο Βούλγαρης έχει κάνει μια δουλειά με πολλή αγάπη. Πιάνει την ανθρώπινη διάσταση του θέματος. Αυτήν που παραμέριζαν πολλοί όταν έκαναν ταινίες για το θέμα δίνοντας το μύθο. Ίσως την πιο πραγματική, όπως έλεγε ο Δαβέττας.
Δημοσίευση σχολίου