29/2/12

3 ΡΙΜΑΔΕΣ ΠΑΝΩ ΣΕ ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΤΣΟΥΡΗ

Θάλασσα πλατιά
δεν χωράς μες στο γυαλί σου
θάλασσα πλατιά
μες στο αιώνιο μπλε χαλί σου
θάλασσα πλατιά
την αυτάρεσκη αντικρίζω σου ματιά.

Κόλποι ανοιχτοί
και απέραντα τα όριά σου
κόρη θα κρυφτεί
στα έγκατα τα υποδόριά σου
ώσπου να φανεί
στων φιλιών τη δρόσο σου να τυλιχτεί.

Κύμα μανικό
ποια ποινή μας ξεπληρώνεις
κύμα ορμητικό
πόσο αντέχεις να απλώνεις
κύμα σιωπηλό
πέρα δώθε όλο γυρίζεις σαν τρελό.

Κύμα μανικό
την κυρά σου ρώτησέ τη
"για ποιο λόγο εγώ
θα τσακίζομαι σαν τον επαίτη"
"πάθος μου κι αυτό
για τ' ανθρώπινο ξοδεύομαι θεριό".

Η θάλασσα ανέβηκε ψηλά στον ουρανό
αλλάζοντας οικία, θέση, ρόλο
στο θρόνο της σωριάστηκε, απ' όλους πιο τρανό
κι επόπτευε από κει τον κόσμο όλο.

Βασίλισσα υπέρτατη του σύμπαντος θωρεί
τα άστρα τα λαμπρά και τους κομήτες
ωστόσο κάτι λείπει κι αρνείται να χαρεί
τα χάδια από τους μετεωρίτες.

Τον ουρανό φωνάζει από εκεί ψηλά
ν' ανέβει στα μισά για να βρεθούνε
"πεθύμησα έναν άνθρωπο ν' ακούω να μιλά
θνητούς να βλέπω να ερωτοτροπούνε".

Το γέλιο του κομμένο με την ανάγκη αυτή
τη νιώθει μαθημένος από ΄΄τρούλο΄΄
και έτσι αναγκασμένος αλλάζει το χαρτί
και μπαίνει στο ασανσέρ μ' αστέρι-δούλο.

Η τάξη που υπήρχε και πάλι κυβερνά
κι η θάλασσα φιλάει τα ναυτάκια
χαρά στον καπετάνιο που ξέρει να κερνά
στη θάλασσα που κάνει όλο ναζάκια.-

Πέτρος Χριστοφιλίδης

4 ποιήματα του Χριστόδουλου Κατσούρη από το ΄΄Άνευ΄΄,τχ. 42, φθινόπωρο 2011

29.2.2012

Ο Χριστόδουλος Κατσούρης είναι απόφοιτος της ΦΣΑ έτους 1992, εκπαιδευτικός της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην νήσο Κύπρο, φίλος του θεάτρου και ποιητής. Πάνω από όλα όμως είναι ένας αλησμόνητος χιουμορίστας και αδελφικός συμφοιτητής. Μας συνδέουν πολλές αναμνήσεις και εικόνες χαράς. Στο μπλογκ αυτό θα βρείτε ένα κείμενο μνήμης για τον πατέρα του Γιάννη Κατσούρη. "Βαρύ όνομα'' στην Κύπρο τόσο εκείνος όσο και η μητέρα του Χριστόδουλου Ντίνα Κατσούρη, εκδότρια του περιοδικού ΄΄Άνευ΄΄.

Τα ποιήματα που ακολουθούν είναι γραμμένα για τη θάλασσα. Για τα 3 πρώτα έγινε μια προσπάθεια να μετασκευαστούν σε ρίμες.

1. Η Αυτάρεσκη Θάλασσα

Η θάλασσα θαύμαζε
τον εαυτό της στον καθρέφτη,
όταν διαπίστωσε πως
δεν μπορούσε να αντικρίσει
τα όριά της.
Και σκέφτηκε
μειδιώντας πονηρά, και κυρίως αυτάρεσκα,
πως μπορεί να μην χωρούσε στο γυαλί
αλλά όλοι και όλα
συνωστίζονταν μέσα της...


2. Η Στωική Θάλασσα

Το κύμα
μανιασμένο κι αλλοπαρμένο,
και συνάμα παρορμητικό,
δεν άντεξε τη σισύφεια τιμωρία του
κι έλυσε τη σιωπή του:
γιατί πρέπει να πηγαινοέρχομαι
μάταια κι ανώφελα;
Η θάλασσα,
που εδώ και αιώνες ανέμενε την ερώτηση,
χωρίς πολλά πολλά απάντησε:
και πώς θα εκτονώνομαι
από τις ανομίες και τα ανθρώπινα παραστρατήματα;

3. Η Ονειροπόλα Θάλασσα

Η ονειροπόλα Θάλασσα
κι ο ακάματος Ουρανός,
κατέληξαν σε συμφωνία.
Μετά από συζητήσεις, παζάρια
διαβουλεύσεις, κι ασφαλώς διαμεσολαβήσεις,
θα άλλαζαν ρόλους.
Έτσι κι έγινε.
Κι όμως, μετά από τρεις χειμώνες,
και δύο καλοκαίρια
η ονειροπόλα Θάλασσα ήταν δυστυχέστατη.
Μπορεί η παρέα του ήλιου να'ταν υπέρλαμπρη
μπορεί τα άστρα να την υπηρετούσαν δουλικά
μπορεί οι κομήτες κι οι δορυφόροι να ερωτοτροπούσαν
ασύστολα κι αδιάντροπα μαζί της
μπορεί ακόμα και η θέα να'ταν εξαίσια από κει ψηλά
αλλά της έλειπε η ανθρώπινη συνεύρεση και παρουσία!
Κι έτσι, έλυσε τη συμφωνία...

4. Η Θάλασσα εκδικείται...

Η θάλασσα ήταν έξαλλη
με το αρμόδιο υπουργείο.
Οι κυματοθραύστες, οι μαρίνες,
οι λιμένες και οι ΄΄βραχίονές΄΄ τους,
που ΄΄αριστοτεχνικά΄΄
εισέβαλαν στα σωθικά της,
της στερούσαν τον ζωτικό της χώρο.
Και παρά να αρχινίσει
τις ατέρμονες συζητήσεις,
άρπαξε τη γνωστή τρίαινα
και ανακάτεψε τους ωκεανούς!
Έτσι απλά,
για να υπενθυμίσει ότι
αυτή καθορίζει την πολιτική
στα του οίκου της
κι όχι κάθε κατεργάρης υπουργός
που θέλει να πλανέψει τους ανθρώπους...

ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ: ΠΕΤΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΙΔΗΣ

18/2/12

Ταγκισμένο Ταγκό (1987) του Γιάννη Ευσταθιάδη

18-2-2012

Σημ.: Το ποίημα που ακολουθεί μού το έστειλε ο εξαίρετος συγγραφέας και ποιητής Γιάννης Ευσταθιάδης και κατάγεται από το εξεταστικόν έτος 1987. Είναι η απάντηση στο καταχωρημένο (παρακάτω) "Το ταγκό των τεχνών". Ευχαριστώ από τη θέση αυτή τον προαναφερθέντα αστέρα του λόγου και της τέχνης. Με τιμά το δώρον του.

Πέτρος Χριστοφιλίδης

.........................................

του Γιάννη Ευσταθιάδη

                                         ΤΑΓΚΙΣΜΕΝΟ ΤΑΓΚΟ



Adios muchachos

Αντί όσιος μπάτσος
Άδειος ο πάτος
Χαδιών μου ράκος
Αόσμου κράτος
Αννιώς μου Τάσος
Αλλιώς κεφάτος
Α, δώσ’ μου βάθος
Αοιδός ωσαύτως
Στους δύο ο Άσος
Άγιός μου Γάτος
Ο γιος μου κάτω
Α δυόσμου πάθος
Παιδιών μου άρτος
Ως άνω γνάθος
Αδειών μου Άθως
Η Χιός μου άλγος
Α βιός μου λάθος!

Μετά την καταστροφή

18-2-2012

Αυτό που λέμε ''το κέντρο της πόλης'' τώρα πια με δυσκολία κανείς το ανέχεται παρά το θαυμάζει. Έχει καταντήσει ο πυρήνας μιας αρρώστιας που έρχεται και επανέρχεται. Εκεί περιμένει κανείς να συμβούν όλα τα κοινωνικά φαινόμενα που πυροδοτούν σχόλια καυστικά και επαναλαμβάνουν κρίσεις περί του τέλματος στο οποίο κείται ο ντόπιος πολιτισμός μας και η αγωγή των νέων. Οι αρρώστιες αυτές σίγουρα είναι νεανικές, εφηβικές και μετεφηβικές, συνδρομητικές σε μια κουλτούρα που αγαπά την αντίδραση με τυφλή και νοσηρή τωόντι επιδοκιμασία του κακού. Λογική δεν υπάρχει όταν το κακό ξεκινά τη δράση του. Απλώς πρέπει κάπου να ξεσπάσει κι αυτό κάτι και κάπως να συμβολίζει μια μορφή εξουσίας ή υπεροψίας. Μεθυσμένος πάλι θα είσαι, που λέμε σε κάποιον όταν μιλά χωρίς ειρμό και οι λέξεις του είναι ασύνδετες. Καίω χωρίς να φοβάμαι ούτε τις Αρχές ούτε τον εαυτό μου, τέτοια πώρωση και κώφωση. Ρε μαλάκα, θα σου έλεγα, τι σου φταίνε τα ωραία κτήρια και οι καταστηματάρχες; Αλλά είπαμε, εδώ λογική εξήγηση δεν χωρεί. Το πύον είναι πύον κι αν δεν βγει από την κουφάλα του, ησυχία ο άρρωστος δεν βρίσκει. Τα συνθήματα στους τοίχους γράφουν "Ταξικό μίσος". Είμαι πτωχός και μισώ αυτούς που τα έχουν, άρα τους καίω το βιος. Αλλά εάν είμαι πλούσιος και μισώ τους κουρελήδες, λογικά θα πρέπει να τους κάψω τα βρόμικα ράκη με τα οποία ασχημίζουν την πλάση. Έλα όμως που οι έχοντες δεν πράττουν το ανάλογο και ίσον, έστω κι αν χίλιες φορές έχουν ζεματιστεί από τις συμμορίες της αλητείας. Εάν το έκαναν, τότε ο ταξικός αγώνας θα ήταν σκληρότερος. Υπάρχουν όντα που ομορφαίνουν τη φύση και όντα που ο διάολος τα σκόρπισε πάνω στη γη. Γεννήθηκαν για την καταστροφή, που λέει και το τραγούδι. Δεν ξέρω αν οι γαμημένες οικογένειές τους είναι εκείνες που πρέπει να λάβουν την ευθύνη για αυτά τα σπυριά που μολύνουν το σώμα της κοινωνίας, δεν ξέρω αν φταίνε επίσης οι ανύπαρκτοι και αδύναμοι παιδαγωγοί που δεν κατάφεραν να ισιώσουν αυτά τα στραβόξυλα, μάλλον πιο πάνω και από τους δυο είναι οι κωλοπαρέες, τα περιβάλλοντα μέσα στα οποία αναπνέουν αυτοί οι μαύροι νεοσσοί του κακού, αυτοί οι πρέσβεις του πεζοδρομιακού χουλιγκανισμού που υπό άλλας συνθήκας θα είχαν αποβληθεί ή δεν θα είχαν καν θέση στο κοινωνικό σώμα. Μας φταίει και μας παραφταίει η ευαισθησία μας, μητρική και πατρική, η συγχωρητικότητά μας, η λεπταίσθητη αγωγή που έχουμε λάβει που δεχόμαστε να υπάρχουν γύρω μας προσδοκώντας τι; το ανέφικτο, ότι κάποια μέρα κι εκείνοι θα στρώσουν και θα ηρεμήσουν μέσα στο κοινωνικό τύμπανο. Κούνια που μας κούναγε. Αφού οι φυλακές δεν τους χωρούν, αφού οι κωλοπαρέες τους τούς υποστηρίζουν σε δικαστήρια και άλλες διαδικασίες, αφού προστάτες και δικηγόρους βρίσκουν για να σηκώσουν φωνή, αφού εδώ στην Ελλάδα χέρια δεν κόπτονται στο όνομα ενός μαλακού πολιτισμού, της μαλακίας δηλαδή, αφού εντέλει όλοι λίγο πολύ έχουμε καταραστεί το Κράτος για τα εγκλήματά του τα καθημερινά και ουσιαστικά έχουμε δώσει τροφή στα όντα, τα μικρόβια του περιθωρίου, ε, δεν θέλει και πολύ ώστε αυτά τα μικρόβια να βρίσκουν δρόμο και τρόπο ώστε να βασανίζουν την υγεία της καθημερινότητάς μας, προκαλώντας αναστάτωση και αγανάκτηση. Εκτός κι αν τους μάθαμε πια ώστε να μένουμε απαθείς σε οιαδήποτε νέα τους παράσταση, και κάπου δεν μας ενοχλεί γιατί το είχαμε θάλψει με τη φαντασία μας το επιγενόμενο κακό. Αφού η Ελλάς γίνεται Ασία στα εργατικά, γιατί δεν γίνεται Ιράν και στα ποινικά; Αφού η παιδεία ναυαγεί αδυνατώντας να χτίσει σε κάθε νέο το αίσθημα μιας θεμελιωμένης ευθύνης για τη θέση του στον κόσμο, μήπως η υπέρμετρη και παραδειγματικά αυστηρή ποινική δικαιοσύνη θα φέρει μια κάποια λύση; Αχ μωρέ, τα παιδάκια μας, θα πουν οι μάνες και οι οπαδοί των δικαιωμάτων θα αρχίσουν να κλαίνε. Εντάξει, πάνω από όλα η ακεραιότητα αυτών των όντων-ιών, αλλά η ακεραιότητα του υλικού μας πολιτισμού, η ακεραιότητα της περιουσίας των αθώων, η δική μας εντέλει ακεραιότητα δεν θα πρέπει κι αυτή να ομιλήσει ζητώντας τιμωρίες; Αφού δεν τραβάει το μαλακό, μήπως πρέπει η γλώσσα των νόμων να γίνει αυστηρή και μάλιστα τόσο ώστε να πατάσσει πάραυτα και με συνοπτικές διαδικασίες το ανθρώπινο εργαλείο της συμφοράς; Τα δυο σου χέρια πήρανε μάρμαρα και με δείρανε. Ε, τα δικά μου χέρια χέρια είναι και θέλουν κι αυτά κάπως να δράσουν, να μαλώσουν τα βρομόχερά σου τα αλγεινά, των βαρβάρων, των εγχώριων εχθρών κάθε είδους κάλλους. Έχει και ονοματεπώνυμο η πράξη αλλά και η τιμωρία. Τελικά γιατί μας φοβίζει η τιμωρία; Η τιμωρία δεν είναι δικαιοσύνη, δεν είναι μάθημα και πάθημα, δεν είναι λύτρωση, δεν είναι ιστορικό προηγούμενο, δεν είναι εφαρμογή των θεσμών, δεν είναι χαστούκι ευθύνης, δεν είναι ξύπνημα της τάξης, δεν είναι πρόληψη έναντι νέας βλάβης, δεν είναι εντοπισμός των ζιζανίων, δεν είναι αποκατάσταση εις το ορθό, δεν είναι νέο ξεκίνημα υγιούς ζωής, δεν είναι μια ανάσα των νουνεχών, δεν είναι μια δικαίωση της λογικής - τότε λοιπόν γιατί τη φοβόμαστε, γιατί την παραμερίζουμε αφήνοντας να πέσει στα μαλακά η άγρια νιότη που θα μας κάψει όλους;

Κατέβηκα στο κέντρο σαν επιθεωρητής του κακού. Συνεργεία μάζευαν άχρηστη ύλη μέσα στα αποκαΐδια. Γέμιζαν κάδους από χώμα και στάχτη. Οι στοές έγιναν στα μάτια όλων ακόμη πιο σκοτεινές. Στο δισκάδικο του Νίκου Ξυλούρη κάποιες κοπέλες καθάριζαν τα Σιντί μάλλον από σκόνες. Ξένοι εργάτες μάζευαν τη λέπρα την ίδια στιγμή που οι Πακιστανοί καροτσάκηδες εκμεταλλεύονταν το κακό για να πάρουν λάφυρα σίδερα και λιώσιμες ύλες. Τους ένιωσα σαν κοράκια, τους σιχάθηκα, που πάνε να βγάλουν χρήμα από το σώμα του νεκρού. Ένας παππούς μου κάποτε κάτι έφτιαξε μέσα στο Αττικόν (οροφογραφίες;) και συγκινήθηκα θυμούμενος τον πατέρα μου που μου τα'λεγε. Δίπλα ο Βασιλόπουλος πίσω από εργοταξιακό τείχος του. Θυμήθηκα την ωραία γαλοπούλα που μαγείρεψα τα Χριστούγεννα. Το σταντ του Ελευθερουδάκη μετράει πληγές, η βιτρίνα είναι κουκουλωμένη με επίδεσμο. Καταλήγω στον Γιαννάτο (πώς δεν κάηκε κι αυτός;) δίπλα σε Γερμανό και Νεοσέτ για να παραλάβω τη φωτογραφία μιας κοπέλας που αναχώρησε νωρίς, για καλό ήταν αυτό για κακό δεν ξέρω. Θα μπορούσα, σκέπτομαι, αυτή τη φωτογραφία να την έβρισκα μέσα σε άμορφες μάζες συγκρουσθέντων αυτοκινήτων, μέσα σε καμένα ντουβάρια, μέσα σε σωρό που αδιάφορα κατανέμουν σε ασβεστωμένα καρότσια ξένοι εργάτες. Είναι η φωτογραφία μιας άλλης ζωής που δεν πρόκοψε, ενός άνθους που αρρώστησε στην ακμή της νιότης του. Φαίνεται πως η άγρια νιότη έχει ισχυρά αντισώματα, ενώ η ευαίσθητη προσβάλλεται πιο εύκολα.

Η ομορφιά είναι το μπουμπούκι, η βία είναι το παλούκι.

16/2/12

Δεν θα τον ξαναδώ

16.2.2012

Τα λόγια τα πτωχά και τα φευγάτα
που το μυστρί τα πετά ξέπνοα στον τοίχο της λύπης
δίπλα απ' την καστρόπορτα της βαθιάς οδύνης
όπου κατοικεί το κενό
πώς να επαναφέρουν το σώμα που λείπει
πώς να συνθέσουν το ακριβές περίγραμμα φύσης μοναδικής
που ζει πάνω στην ύλη, στον ίσκιο τον βαθύ, στη σιγαλιά του μέσα κόσμου;
Δεν θα τον ξαναδώ και δεν λέει να ξεσυνηθίσει η μέρα μου
η νύχτα μου καραδοκεί μάταια σε ένα συνεχές ραντεβού
που το'θρεψε και το'ζωσε ο χρόνος στη συνέχειά του
μονολογώ από ριζωμένη ταχύτητα και αγάπη
αλλά δεν αποκρίνονται οι στιγμές
που μπερδεύονται τρομακτικά με σκηνές ονείρων, παραισθήσεις, ναυάγια πλοίων, γέλια κοροϊδευτικά
που απειλούν τη λογική μου και τρεμοπαίζει σαν φλόγα στον παγωμένο αγέρα
αδύναμη να καταπιεί τους νόμους της φύσης
καθώς οι σκέψεις τεθλασμένες δεν σκύβουν πάνω στο τραπέζι να υποταχθούν
ζητώντας όλο να σπάσουν τα δεσμά τους και να γυρίσουν στο παλιό καθεστώς.
Κόβεται το δέντρο της μιλιάς αλλά οι ρίζες του ανέλεγκτες έχουν στήσει ιστό υπόγειο
ως την εκβολή του ποταμού ως τα πέρατα του κόσμου ως εκεί όπου θα σωπάσω κι εγώ
για να γίνω βορά στη θάλασσα του έξω κόσμου
να με πάει μακριά σε χώρα άγνωστη.
Πυρακτωμένη η καρδιά και κάτω από τη στάχτη καίνε τα λόγια και οι ανάσες της αγάπης
που'χουν υψώσει άσβηστο δαδί
καίγοντας τα βράδια, σπώντας τους ύπνους, τραντάζοντας το συνειδητό μου.
Προχωρώ φαίνεται μπροστά μα με ιμάντα ατσάλινο δεμένη παραμένω
από μια μάζα παχιά, μια λαμαρίνα-γροθιά που με γυρνά δίχως λύπηση στις πρώτες μου πηγές.
Τα πουλιά στο παράθυρο δεν παρηγορούν γοούν
τα λόγια ενώ ενθαρρύνουν θρηνούν
οι ξένοι όσο λεν κλαιν.

11/2/12

Δημήτρης Τσακανίκας Άναλις (+10.2.2012)

10.2.2012

Σε βλέπω να βηματίζεις αρχοντικά στη μεγάλη στράτα των Αθηνών περνώντας από του Zonar's και ο νους σου ο φτερωτός να ακουμπά στα κράσπεδα των παλιών καλών καιρών, στις συνάξεις (Brazilian) του Χατζιδάκι, του Ελύτη, του Γκάτσου, του Φασιανού. Σε ντύνουν οι καλύτεροι ραφτάδες των Παρισίων και περιπατείς ευθυτενής, σαν άμωμη λαμπάδα του υψηλού πνεύματος. Ω συ μεγάλε άνδρα, που κάθισες στα μεγάλα σαλόνια, που πολέμησες στα δύσκολα πεδία, που η μητέρα Ελλάς σε εξόρισε και δεν έσβησε το παράπονο και το τραύμα σου.
Αριστοκράτη. Κατηχητή του μπον βιβέρ. Θηρευτή των λεπταίσθητων τρόπων. Πιστέ του πρωτοκόλλου και της ευγένειας. Διδάσκαλε των ωραίων τεχνών. Λάτρη της αθάνατης μουσικής. Υπήκοε της πατρίδας του γούστου. Κατακτητή των άξιων ηδονών.
Εσύ που λάτρεψες και ύψωσες στα ουράνια τις γυναίκες, εσύ που τις μάγεψες με τη λάμψη σου και ήξερες να τις υποτάσσεις. Εσύ που χόρεψες κάτω από την λαμπρή ένωση των βιολιών, εσύ που κέρδισες τα αξιομνημόνευτα του βίου.
Ο λόγος σου γεμάτος πλούσιες και ακριβές αναμνήσεις, ικανές να αφήνουν άναυδο το οιοδήποτε κοινό.
Θα γράψω τα επίθετα που φτιάχνουν τα γνήσια χρώματά σου, που συγκροτούν την πάστα της προσωπικότητάς σου και λίγα θα είναι:
Αρχοντικός. Αγέρωχος. Επιβλητικός. Με ένα παράστημα-πρότυπο μεγάλου ανδρός. Πνευματώδης. Χιουμορίστας. Οξύνους. Αφηγηματικός. Μελίρρυτος. Πολύπειρος. Πολυγνώστης. Φιλόκαλλος. Αισθαντικός. Γοητευτικός. Ευθύβολος. Σεμνός. Διακριτικός. Λάθρα βιώσας και πράξας. Φιλόπατρις. Οραματιστής. Ουσιαστικός. Ανεκδοτολόγος. Φιλόμουσος. Δημιουργικός. Εργατικός. Φιλόπονος. Καλοσυνάτος. Γενναιόδωρος. Ανταποδοτικός. Υπομονετικός. Ανθεκτικός στον πόνο και στις αντιξοότητες. Με μιαν αύρα από Σηκουνάνα ή από Δούναβη, ένας τζέντλμαν, μια πηγή ακριβούς γνώσης, ένας επιστήμων του νου και της καρδιάς.
Θα σε θυμάμαι για το Παρίσι, αλλά και τις Σπέτσες, την Αναργύρειο Σχολή, τους Σέρβους και τη γαλλική λογοκρισία, τον Ζυλιέν Γκρακ, τον Εμπειρίκο, το Πρωτόκολλο, τη διπλωματία, τη γαλλική κουζίνα, την Ουγγαρία και τα βιολιά των τσιγγάνων, τη γαλλοφωνία, τον Άδωνι, τον Κάλβο, τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Θεοτοκόπουλο, τη ζωγραφική, την κλασική μουσική και όλους τους μεγάλους συνθέτες, τις απόψεις σου για το κράτος και την εθνική υπερηφάνεια, τις μεγάλες για μένα βραδιές μας στο Badminton αλλά και στο Ideal, στην ταράτσα εν οίκω αλλά και (δις) στον Ζέρβα της Γλυφάδας, στην οδό Αλκυόνης, την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, τους περιπάτους σου στο Φάληρο, την τόσο σύντομη επίσκεψη στην οικία Κοκκινίδη, τον Μανόλη Πιμπλή και τον Αλέκο Φασιανό, τον Μένη Κουμανταρέα, τη στοχαστική και σχολαστική ματιά σου πίσω από τα ματογυάλια σου, το αυθόρμητο στιγμές στιγμές και φυσικό σου χαμόγελο, τον οίκο Λιβάνη, τα δώρα σου με τις καλλιγραφικές σου αφιερώσεις, την αγάπη σου για την Ιστορία αλλά και τα Έπιπλα, τα πολύτιμα βιβλία σου, προπάντων για την υπέροχο σύντροφό σου, η οποία με εισήγαγε σε σένα και μου έμαθε για κείνη και για σένα πολλά.
Θα μου μείνει αξέχαστη η βραχνάδα της φωνής σου που έβγαινε σαν ιέρεια μέσα από σπήλαιο ακριβοθώρητο για να δώσει ερμηνείες και να πει το σωστό. Ζύγωνα το αυτί μου πάνω στα χείλη σου για να μην χάσω όλα όσα η μνήμη θα στενέψει τόσο όσο να μείνει μόνο το φως μιας ωραίας νύχτας, η φινέτσα πάνω στο κορμί σου και η χάρη πάνω στα εκφωνήματά σου.
Μεγάλε άνδρα, μεγάλε Έλληνα, όλα όσα κι αν ειπωθούν δεν θα σβήσουν τη μεγαλοπρέπεια της θωριάς σου.
Είμαι τυχερός που σε γνώρισα έστω και αργά και μου'δειξες τα μονοπάτια μιας ζωής πλούσιας σε συναισθήματα και υψηλής σε ιδέες.

Π. Χ.

10/2/12

Το ΤΑΓΚΟ των τεχνών

10.2.2012

(Μετά τη χθεσινή παράσταση στην Ελληνοαμερικανική Ένωση όπου το ντουέτο Ευσταθιάδη-Κυριακίδη παρουσία Μαυρουδή-Γουδέλη και με πουλί-έκπληξη την Ειρήνη Κυριακίδου μας έκανε να λησμονήσουμε την ''αιώνιο κρίση'', έπρεπε κάτι να γραφεί που να μην αδικεί την τετράδα και να μην ξεχωρίζει ουδέναν των ''4'' δημιουργών.)

Το Τ Α Γ Κ Ο των τεχνών


ή Τάσος Αχιλλέας Γιάννης Κώστας Ομού



Εν μηνί Γαμηλιώνι κάθε τέχνη σαν παγόνι διαστέλλει τα φτερά της και σκορπάει τη χαρά της

Πρωτοπόρα η μουσική ποντοπόρα η ποίηση, με μια πένα ταπεινή γράφει δίχως οίηση

Ακλουθεί το σινεμά με καρέ κερματισμένο να τραβά το μύθο πέρα δίχως τέρμα ορισμένο

Η πεζογραφία λόχος πεζοπόρων λέξεων που υπακούν σε ράβδο πάθους, έρωτος και έξεων

Ξένες χώρες και πουλιά με το δέος του αγνώστου θέλουν να μεταφραστούν με τον κώδικα του νόστου

Παιανίζει η μουσική και ζητεί έναν ούριο άνεμο όσο η ποίηση σκυφτή γράφει σε λιμάνι απάνεμο

Μια τριήρης περιμένει των Μουσών τις θείες χάρες κι όλοι οι συνταξιδιώτες είν' ακούρδιστες κιθάρες

Μ' ένα ακορντεόν εικόνων κινηματογραφικών αστέρων το όνειρο πετά άλλου βίου στις νεφέλες των αιθέρων

Η ζωή τους ήρωές της τους δανείζει με άγια πίστη στον τεχνίτη-λεξιπλάστη, στων ιστοριών τον μύστη

Πού μας πάει αυτή η γραφή; φτάνει στις Ηράκλειες Στήλες; για Ατλαντικό τραβάει κι αψηφά Χάρυβδες Σκύλλες

Ο μεταφραστής λαμβάνει οιωνούς και σήματα και καταλαγιάζει ως μάγος των βυθών τα κύματα

Στο γιατάκι ο ποιητής στην ωραία μοναξιά του δοκιμάζει σ' ένα θέμα την ποικίλη αλλαξιά του

Παρά τον ξέφρενο αγέρα ο μουσικός κάνει βεγγέρα κι οι θεατές του λαγγεμένοι με άρια αλλοπαρμένη

Πλαταγίζει το πανί του σκηνοθέτη κυματίζει το φιλμάκι στον εκθέτη

ένα ασπρόμαυρο φιλί κι ακινητούμε τούτη η νύχτα δίνεται να ονειρευτούμε

Λέξεις, ήχοι και εικόνες, ψάρια, σκότη και γοργόνες

ένα κάλλος που σαλεύει μια ψυχή που το γυρεύει

τ' άγνωστο αν γενεί οικείο που η μετάφραση το λιώνει

μπαίνει μέσα στην καρδιά μας και υπέροχα παλιώνει

ω, εσείς, ωραιολόγοι, που της τέχνης το ρολόγι

τρέχετε ασθμαίνετε χαρωπά σημαίνετε

κάθε νέο κτήμα σας ο επόμενος σταθμός

σαν σκορπά τα μάγια η τέχνη σβήνει κάθε αριθμός

πού μας ταξιδεύετε; ποιες χορδές χαϊδεύετε;

Τάσο, στάσου στο κατάρτι και φανέρωσε τον χάρτη

τα άρρητα τα σχέδιά σου, τη σχεδία στην καρδιά σου

Αχιλλέα οιστρήλατε, ποιαν Ασία κατακτάς

σαν λυγίζουν ξένες γλώσσες που μεθάς σαν ξενυχτάς;

Γιάννη, από ποιον πλανήτη ήλθες έποικος στη γη

που γεννάς μελένιους ήχους και στην παύση, στη σιγή;

Κώστα, σένα ποιο αγώι ποια πανούργα αγωνία

σε ξυπνά μέσα στη νύχτα και ξεχνάς την αϋπνία;

Σ' έναν κόσμο που ψέλνει με αργκό

που σε δέρνει με γλώσσα τραχιά

σεις χορεύετε τέχνης ταγκό

με μια όλβια αγάπη παχιά.

Ασημίζουν εν σοφία οι κόμες σας

χρυσαφίζουν εν αγνοία οι γνώμες σας

των τεχνών όλων είστε κουμπάροι

κι όλο πλούτη γεμάτο το αμπάρι

στην τριήρη που οδηγείτε

ως τετράς της χαράς ναυαγείτε

στων Μουσών το νησί που ενώνει

κει που ζει των τεχνών το παγόνι. -



ΤΟΥ ΚΟΥΑΡΤΕΤΟΥ Ο ΠΛΟΥΣ ΜΑΚΡΥΣ

να ενώνει

Μπόρχες, Μπελίνι, Μπάρα και Μαγκρίς.



Π. Χ.

6/2/12

Φαριάντ

6.2.2012

Ιρανός ποιητής και φιλέλλην μεταφραστής. Διέδωσε την ελληνική γλώσσα στο Ιράν. Η ελληνική Πολιτεία τον τίμησε με Βραβείο το 2005 (του δόθηκε ένα βράδυ στο ΕΙΕ) αλλά του επέτρεψε να ζει στην επαγγελματική αοριστία και στην υλική ανεπάρκεια. Για χρόνια πολλά στην οδό Ολυμπίας 20, στον Άγιο Νικόλαο, εντός υγρού υπογείου. Αργότερα, στο Γαλάτσι σε οικία φίλου (;). "Θα ήθελα και εγώ ένα σπίτι ευρύχωρο και ζεστό να ανασάνω'', μου έλεγε κάποτε, αφού πέρασε μια ζωή στην υπόγα. Δεν υποτάχθηκε στο κρατικό σύστημα και δεν δέχθηκε θέσεις σε πρεσβεία ή αλλού, αν και θα μπορούσε. Προτίμησε να παίζει πού και πού ως κομπάρσος ή σε καμιά διαφήμιση. Την τελευταία φορά που τον είδα νομίζω ότι μου είπε ότι συνεργάστηκε με την Μέμη Σπυράτου σε μια παραγωγή επετειακή για τον Μαραθώνα και τους Πέρσες. Θα μπορούσα να γράψω κι άλλα αλλά μένω στα ολίγα αυτά. Έτσι κι αλλιώς κανείς μας δεν ενδιαφέρθηκε για αυτόν πραγματικά.

5/2/12

Aπό το παραδοσιακό στο μοντέρνο

5.2.2012

Η χθεσινή ''φιλολογική'' βραδιά ήταν σαν μια μετάβαση από το παραδοσιακό, Κατσούρμπος, στο μοντέρνο, 33 στροφές - ή σαν μια μετάβαση από την Ελλάδα στην Αμερική - ή σαν μια μετάβαση από το σκληρό μεσηλικιακό παρόν στο ανέμελο εφηβικό παρελθόν.