14/3/12

Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης 2012

14-3-2012

Είχε πάει βαθιά το κακό, έπιανε κόκκαλο.
Τίποτα δεν φαινόταν απέξω, χαμογελούσε μια κρούστα, σαν ύπουλη μάσκα.
Το οξυγόνο λιγόστευε μέσα στην κάμαρα.
Αλλά και μέσα, το καλό αίμα απεργούσε οδυνηρά.

Έγιναν τομές, αναπήδησαν τα μάτια των γιατρών, συσκέψεις επί συσκέψεων.
Η διάγνωση -ή μήπως η επίγνωση;- του κακού σιγόψηνε το μοιραίον.
Φλέβες, νεύρα, αγγεία μολύνονταν από δηλητήριο.
Της Λερναίας Ύδρας και του Νέσσου, βουτηγμένο το βέλος μέσα στο φαρμάκι.
Οι συγγενείς μαράγκιαζαν αιώνια στο χώρο αναμονής. 



         Ηρακλής και Νέσσος: έργο του Giambologna, 1599, Φλωρεντία.


Βγήκε ο επικεφαλής, η λευκή μπλούζα ατσαλάκωτη κι από μέσα φόδρα της Λόνδρας.
"Θέλουμε το αίμα σας, αλλιώς θα χαθεί, αλίμονο", είπε
κι αυτοί κοιτάζονταν σαν νεκροί με ανοιχτά μάτια.
Κάποιος πήγε να διαμαρτυρηθεί, "σκασμός" είπε ο προφέσορ.
"Δεν ξέρετε σεις τι θα πει σήψη".

Βαστάζοι αιμοδόχων ήλθαν σαν ρωμαϊκή πομπή.
Ο αυτοκράτωρ τούς διέταξε να εκτελέσουν.
Σηκώθηκαν τα μανίκια, ζούλαγαν τις φλέβες, το αθώο δέρμα.
"Αν είναι να χαθεί, τουλάχιστον να πέσει ηρωικά", είπε ένας δορυφόρος. Τον κοίταξε ο αρχιγιατρός μ' ειρωνικό μειδίαμα.

Αλλά το κακό αφηνιασμένο εισχωρούσε χωρίς να κουραστεί.
Τώρα πια για κάθε πόντο που κέρδιζε ζητούσε πολλαπλάσιες μεταγγίσεις.
Ο Ύψιστος άνοιξε τη συρόμενη θύρα κι είπε βραχνά:
"Ο εχθρός προχωρεί στα τυφλά. Τα κύτταρά μας πέφτουν το ένα μετά το άλλο.
Κατέλαβε το κόκκαλο και κοιτάζει με το κυάλι όλο το μέλος.
Καταλάβετε, είναι ανάγκη να σας κόψουμε κομμάτι".

Ένα μοιρολόγι ξέσπασε σαν δαρμένο κύμα. Έμπαινε κι ένας Βοριάς
από ανοιχτό παράθυρο. Τράβαγαν τις τούφες τους οι ψαρομάλληδες,
στηθοκοπιούνταν οι γηραλέες.
"Τι θα γενούμε, τι θα γενούμε", λέγαν σαν να'χαν ήδη ακρωτηριαστεί.

.................................................................................................................

Ο Βοριάς σκέπαζε την πόλη κι έφτυνε σταγονίδια χειμώνος.
Ο χρόνος κύλησε σαν τον μετροπόντικα.
Πάνω στο κρεβάτι της Εντατικής κάθονται τώρα οι συγγενείς
με τα κομμένα πόδια.
Απέξω οι νεοσσοί, μετρούσαν τις πιθανότητες - το μέλλον, ήταν προφανές,
θα το λάμβαναν με ταχυδρομική επιταγή.

Ένας γέρος χωλός, απ' το Αλβανικό, έσουρνε το ξερό ποδάρι.
"Κρυποπαγήματα, ψείρες, τέτανος κι η Ελλάς μες στη θηλειά των συνόρων.
Προς τι λοιπόν ο αγών;"
Κοίταξε μέσα από ένα φινιστρίνι τους χειμαζόμενους.
"Τούτων εδώ οι ψυχές θα μαζευτούνε σύννεφα και θα καταρώνται τις πομπές", είπε κι οι νεοσσοί δεν καλοκατάπιαν την προφητεία.

Οι γιατροί των εθνών ήταν εξαφανισμένοι.
Όλα τα'χαν εμπιστευθεί σε ρομπότ: που κινούνταν μες στην Εντατική
με ηλεκτρονικό σπινθηροβόλο βήμα.
Σωροί από φιάλες αίματος σε μια γωνία, νεκρών και ζωντανών, τάγγιζε.

..........................................................................................................................

Είχε πηδήσει πια από σώμα σε σώμα το κακό, ράπιζε κοπαδιαστά.
Ένας λοιμός ξεδιπλώθηκε στην πόλη και έξω απ' τις πόρτες
στοιβάζονταν τα νεκρόρουχα.
Θα τα καίγανε στην κεντρική πλατεία να τον ξορκίσουν.
Κόρωσε η φλόγα, ανέβηκε στα σύννεφα.

Ένας νεοσσός το' βλεπε σαν θέαμα. Γελούσε με την πυρά.
Αλλά φύσηξε ο Αίολος και μια φτερούγα του λαμπάδιασε.
Χύθηκε το μυαλό του σαν σάπιο τιμαλφές.

Οι αχθοφόροι ιεροτελεστικά έφτασαν στο σημείο του κακού. Πήραν τη στάχτη
και την έκλεισαν σε παλιά αιμοδόχο.

Γύρω ολόγυρα όλοι τσιμπούσαν τις σάρκες τους να δουν αν ακόμα υπάρχουν. -

Πέτρος Χριστοφιλίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια: