11/4/11

Ολονυχτία για τον Παπαδιαμάντη στο "Μεταίχμιο"

11.4.2011

Πήγα στην Ολονυχτία για τον Παπαδιαμάντη στο "Μεταίχμιο" και παρακαλώ διαβάστε μαζί μου ορισμένα κωμικά περιστατικά που αλίευσα:

1. Όταν έφυγα γύρω στις 10.30 μ.μ. διάβαζαν "Φόνισσα". Όταν και εκ περιεργείας ξαναγύρισα γύρω στις 1.00 το πρωί δεν είχαν ακόμη τελειώσει τη "Φόνισσα". (Σκότωσέ το το χαϊδεμένο, δεν μπορώ, δεν μπορώ να περιμένω...)
2. Κατά εντελώς συμπτωματικό τρόπο, το "Μεταίχμιο" είχε προλάβει να εκδώσει τη "Φόνισσα" από μιαν έκδοση του 1912 (φωτοανατύπωση). Οπότε οι μη ακουστικοί τύποι αναγκάζονταν να την αγοράσουν προκειμένου να προσηλωθούν στο κείμενο. (Είδες η Φραγκογιαννού πόσα... φράγκα κοστίζει;)  
3. Είμαστε στον 2ο όροφο σε μια μικρή κάμαρα που μάλλον προορίζεται για σεμινάρια 15 ατόμων. Στενόκωλο το Μεταίχμιο για τον Παπαδιαμάντη. Στους τοίχους τα πορτρέτα του συγγραφέα. Πώς συνέβαινε, δεν ξέρω, μάλλον ο ιμάντας συγκρατήσεως των μίνι τελάρων δεν ήταν επαρκής, κι εκεί που διάβαζε αμέριμνος ο Χ λογοτέχνης μπουπ, πάρτο κάτω το τελάρο. Και μάλιστα έργο συμμετέχον στον καλλιτεχνικό διαγωνισμό. Οπότε, σήκωσέ το το τιμημένο...
4. Διαβάζει πρώτος ο Μάνος Ελευθερίου αλλά μάλλον έχει ξεχάσει τα γυαλιά του και πάει προσεκτικά, μην κάνει το μεγάλο λάθος. Διαβάζει ο Νικήτας Παρίσης, αργά, σαν να θέλει να προκαλέσει νυσταγμό, σαν να διαβάζει από άμβωνος το Κατά Ματθαίου... Διαβάζει η Φακίνου, διαβάζει ο Γκόνης, διαβάζει η Ζατέλη, παρέλαση είναι και όλοι διαβάζουν. Σαν να έχουμε εδώ έναν άλλο διαγωνισμό, της πιο ωραίας ανάγνωσης. Εντωμεταξύ, στις 1.00 το πρωί που σχετικώς είχε αδειάσει το ''κατάστημα'' και όλων τα μάτια είχαν γίνει όπως των ψαριών, φαίνεται είχαν στερέψει τα μεγάλα ονόματα αλλά και οι προγραμματισμένοι αφηγητές και ένας νεαρός με μούσι και ιδρωμένες μασχάλες, μεγαλόσωμος, αυτός που πρέπει να είχε την ευθύνη της Ολονυχτίας, απευθύνει τον λόγο στο ''κοιμισμένο κοινό'': Μήπως θα ήθελε κανείς άλλος να διαβάσει; Κύριε Μήτρα, εσείς; Ο Μήτρας νεύει ''όχι''. Τελικά ως εκ καλής τύχης βρίσκονται ένα δυο νέα παιδιά που ο υπεύθυνος τα ονομάτιζε σαν να ήταν πασίγνωστοι σταρ και ανεβαίνουν στο μικρόφωνο. Ο ένας μάλιστα ψεύδιζε ή δεν έλεγε καλά το ''ρ''. Πώς δεν βρήκα κανέναν στους ''κάτω'' , επιστρέφοντας, να ροχαλίζει ζήτημα είναι. Είπαμε να κάνουμε Ολονυχτία, όχι υπνοθεραπεία.
5. Πώς κόβεται ένα κείμενο; Δεν μας βοηθάει στο κόψιμο και η έκδοση του κειμένου; οι ανακοπές-οι κενοί χώροι, το άνοιγμα του διάστιχου, το τέλος των ενοτήτων, των υποενοτήτων, των επιμέρους κεφαλαίων; όλα αυτά δηλαδή τα οπτικώς αντιληπτά κενά που αποτελούν μικρά διαλείμματα κατά τη ροή της αφήγησης; Ε, φαίνεται πως επειδή ήταν μακρύς ο κατάλογος των επισκεπτών-αναγνωστών, ορισμένες ''κοπές'' δεν ήταν και τόσο πετυχημένες. Ειδικά, όταν υπάρχει διαλογικό μέρος. Οπότε έχουμε, οπ τέλειωσε αυτός, παλαμάκια, φεύγει ο ένας, δίδει τη σκυτάλη στον επόμενο, σκύβει αυτός με σοβαρότητα πάνω στο κείμενο και ξεκινά μέχρι την επόμενη παύση. Ωραία η αφηγηματική σκυταλοδρομία. Ήταν σαν να έχουμε μπροστά μας μια πισίνα και η αλλαγή σκυτάλης (και το πήδημα... στο νερό) να γίνεται όχι στην μία ή στην άλλη άκρη της πισίνας, αλλά εν τω μέσω της αποστάσεως, κάπου δηλαδή στα 20 και όχι στα 50 μέτρα.
6. Οι χορηγοί της βραδιάς κατά τον εκδότη ήταν η Λίπτον και η Κνορ, που προσέφεραν, λέει, τσάι και σούπες! Εγώ βέβαια δεν είδα ούτε έναν με τη σούπα ανά χείρας, ενώ η αλήθεια είναι ότι είδα κουτιά τα Λίπτον στον ημιόροφο όπου το μπαρ. Μήπως οι χορηγοί νόμιζαν ότι θα πάει ως το πρωί; ότι είναι χειμώνας άγριος και ότι έξω στην πόλη κάνει δριμύ κρύο κι ότι η συνάντηση είναι σε ναό, ''όρθρου βαθέος''; Εκτός κι αν η σούπα ταίριαζε με το καφενείο του ξεπεσμένου δερβίση, που ήταν το πρώτο και το τελευταίο διήγημα που διαβάστηκε πλην της "Φόνισσας".
7. Ωραία φάση: Μέσα η Φραγκογιαννού το πνίγει, έξω στο πεζοδρόμιο γνωστοί και άγνωστοι γελούν και χαχανίζουν. Τα λένε ύστερα από τόσον καιρό. Ενώ στο ταμείο οι κοτούλες έχουν τρελή δουλειά. Μετράνε, τυλίγουν, χαιρετάνε, κουτσομπολεύουν. Α ρε Αλέκο, αυτές είναι εκπτώσεις.
8. Στο καμαράκι ήτανε ένας ψαρωμένος αλλοεθνής καμεραμάν, δεν μου είπε από ποιο κανάλι. Είχε στήσει την κάμερα και δίπλα κι εγώ με την ερασιτεχνική, να βρίσκω έρεισμα στον τοίχο. Αυτός ήθελε να τραβήξει ένα δίωρο, αλλά βαριόταν φαίνεται, γιατί όλο καθόταν στην καρέκλα πίσω από την κάμερα και η κάμερα ήταν στημένη και ακίνητη, ένα πλάνο στατικό που έπαιρνε τους σκυταλοδρομείς. Εντωμεταξύ, φοβόταν μήπως με τη φτέρνα μου ακουμπήσω το ένα από τα τρία ποδάρια της κάμερας και του χαλάσω τη μετάδοση/την εικόνα. Οπότε κάπως συμπιεζόμουνα, πίσω ο τρίποδας, δεξιά πάνω μου τα πορτρέτα του διαβόλου να πέφτουν από μυστήριες πνευματικές δυνάμεις, ενώ αριστερά ένα τείχος από σώματα, κάπου ανάμεσά τους κι ένας γνωστός κριτικός της λογοτεχνίας, με ένα ωραίο φθαρμένο τζινάκι. Νομίζω ότι η σύλληψη της όλης ιδέας ήταν επιτυχής, αλλά ήθελε συμπλήρωση: ήθελε διάλογο το πράμα, να ανάψει το ενδιαφέρον, το να διαβάζεις από τις οκτώ και τέταρτο μέχρι τις δύο, ε, κάπου το κουράζεις το πράγμα, και τελικά η όρεξη γίνεται άσκηση υπομονής. Τουλάχιστον, το κοινό είδε από κοντά τους σταρ. Φανταζόμουνα ότι κάποιος φαρσέρ θα ντυνόταν Παπαδιαμάντης και με ένα ψεύτικο μούσι θα έμπαινε μέσα ξαφνικά και θα τους κοκκάλωνε όλους.

Πάντως, υπήρχαν και θετικά σε αυτή τη βραδιά. Π.χ., ότι πολλοί έμαθαν πού πέφτει το "Μεταίχμιο'', που μας βασανίζει πολύ, γιατί την ανεβαίνεις την Ιπποκράτους ανάποδα μέχρι να το βρεις. Κόντρα στο ρεύμα δηλαδή, όπως πρέπει να πηγαίνει κάθε αιρετικός για να βρει τη γιατρειά του.  

Π.Χ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: