31/8/11

Τραπεζώματα και τραπεζοφιλίες

31.8.2011

(Οι Άραβες σηκώνουν τα λάβαρα στην πλατεία Συντάγματος σαν τον Χριστόδουλο. Κι ο Ζαν Μισέλ Ζαρ γεμίζει με ήχους την πλατεία. "Άλφα Εργασίας συμμαχία".)

Μας ξεκουφαίνει η μουσική
η μικροηλεκτρονική
dj ο Γάλλος Μισέλ Ζαρ
τιμάται απόψε το Κατάρ
που'λθε για να μονοιάσει
τρίτο, να αγκαλιάσει
δυο τράπεζες που'ταν ''εχθροί''
και τώρα πια ''τα έχουν βρει''
κι ανοίξανε ταμείο
σαν το νοσοκομείο
να σώσουν τα εμφράγματα
να επιβληθούν στα πράγματα
έχουν στόχους, έχουν θέσεις
"φέρτε μας τις καταθέσεις"
όχι άλλο αίμα έξω
αγορά είμαι, δεν θα αντέξω
κι αν το τρίο τούτο κάτσει
βασιλιά θα δουν τον Λάτση
με αραβικό μανδύα
να διατάζει σαν τον Δία
με Κωστόπουλο - Μαντζούνη
θα ανοίξουν πάλι οι κρούνοι
τώρα πια να περιμένεις
κι άλλους γάμους με συμφέρον
Εθνική, ΑΤΕ, Μαρφίν
των Διευθυνόντων γέρων
θα ορίσουν μ' ένα ντριν
την αρχή της συμφωνίας
της συμφωνικής μοιχείας
χρήμα είναι θα περάσει
σχέση είναι θα γεράσει
θέμα είναι αν το τρίο
θα'χει μέγα ενυδρείο
να χωρέσουνε τα ψάρια
τα αθώα τα βλαστάρια
να τσιμπούνε το πλαγκτόν
τόκο κατά το εφικτόν
να αφήνουν τις μικρές οικονομίες τους 
για να θάλπουν τις μεγάλες ανομίες τους  
μα ξεχάστε τα όλα απόψε
πάρτε μετοχές και κόψε
σήμερα έχει μέγα πάρτι
μ' υψωμένο το κατάρτι
ανεμίζει η σημαία
με τα τρία σιαμαία
χαίρε, Ελλάς των τραπεζών
κεφαλαίων και πεζών
- τους τα ακούμπησες, βρε ζώ(ο)ν;
εποτίσθη ''το γκαζόν''
άνοιξαν οι στρόφιγγες
παίζουνε οι φόρμιγγες.

Π.Χ.

28/8/11

Για τις Οινούσσες (spiegel, 12.8.2011 - από τον Stephan Orth)

Οι Οινούσσες του Αιγαίου:
Το πιο τρελό ελληνικό νησί του κόσμου

Ένα μικροσκοπικό νησί και σχεδόν καθόλου τουρίστες: Η περιγραφή των Οινουσσών στον ταξιδιωτικό οδηγό ηχεί ειδυλλιακή. 
Εδώ ζουν πλούσιοι Έλληνες - κι αυτοί μπορούν να γνωρίζουν ποιο είναι το πιο ωραίο μέρος! Ωστόσο ο Stephan Orth θα το έμαθε: το νησί αυτό είναι προπάντων κατάλληλο για παράδοξες εκπλήξεις.

Το μοναδικό ξενοδοχείο των Οινουσσών έκλεισε αυτό το καλοκαίρι. Κατασκευαστικές ελλείψεις, επείγουσες εργασίες ανακαίνισης. Είναι 7 η ώρα το απόγευμα, έχω μόλις φτάσει στο μικρό αιγαιοπελαγίτικο νησί και ευχαρίστως θα ήθελα να αποφύγω να διανυκτερεύσω σε κανένα καλντερίμι. Σε ένα από τα τρία μπαρ του λιμανιού ακούγεται δυνατή μουσική, ίσως κάποιος εκεί μπορεί να με βοηθήσει.

Aγγελίες

Από τη στεγασμένη ταράτσα προσφέρεται το ακόλουθο σκηνικό: πίσω από τον πάγκο στέκεται ένας εύσωμος τύπος, χονδρολαίμης, ο οποίος έχει μια καταπληκτική ομοιότητα με τον μπάρμαν της ταινίας "From Dusk till Dawn" (εκείνον που έκρυβε τα μαχαίρια κάτω από το γιλέκο). Οι μοναδικοί του πελάτες είναι δύο μεθυσμένοι νεαροί, οι οποίοι χορεύουν αγκαζέ μια μπαλάντα των Σκόρπιονς του έτους 1982. Ενώ οι νεαροί τραγουδούν περιπαθώς το στίχο "This Is the Place where I Belong", συνειδητοποιώ στιγμιαία πόσο λίγο ταιριάζει αυτός ο στίχος με την περίπτωσή μου.
"Είσαι τυχερός", μου κράζει ο μπάρμαν, "έχουμε ένα δωμάτιο για σένα". Έπρεπε μόνο να το προετοιμάσουν, κι έτσι ήμουν αναγκασμένος να περιμένω για πολύ. Ο μπάρμαν έχει έναν φορητό υπολογιστή πίσω από τον πάγκο, ψάχνει στο YouTube τραγούδια περασμένων δεκαετιών, και η ηχητική του εγκατάσταση αντηχεί με την ένταση μιας ντισκοτέκ. Καμία αμφιβολία: ο κύριος της ταινίας "From Dusk till Dawn" έχει αποφασίσει να με κάνει να περάσω τον χρόνο της αναμονής όσο πιο βασανιστικά γίνεται.
"It's Fun to Stay at the Y-M-C-A" (ακριβώς, θα δεχόμουν οιοδήποτε κατάλυμα προκειμένου να φύγω από εδώ), "Dance the Night Away" (ελπίζω να μην κρατήσει τόσο πολύ), "Relax (Μην το κάνεις)" (Ε, εσείς οι δύο, ξεκουραστείτε, και τώρα μη βγάλετε τα  T-Shirts σας για να αερίζεστε κουνώντας τα στον αέρα!), "I Want to Break Free" (Κι εγώ επίσης! Αφού μόλις οι δύο νεαροί γυμνόστηθοι Έλληνες με λάγνες χορευτικές κινήσεις κυκλώνουν το ξύλινο τραπέζι μου και μιμούνται το βίντεο του τραγουδιού, με το να καθαρίζουν σαν ηλεκτρική σκούπα και με τρόπο παντομίμας το δάπεδο του μπαρ).

Στο δωμάτιο έπρεπε να βάλεις ένα χεράκι

Τελικά, το καλοκαιρινό μου χιτ της βραδιάς "Room is Ready", παίχτηκε από τον μπάρμαν. Μου συστήνεται ως Περικλής και με οδηγεί με το μοτοσακό του μέσα από τα στενά δρομάκια του νησιού των 400 κατοίκων. "Είναι ένα στούντιο με κουζίνα, κανονικά θα το ανοίγαμε σε δυο μέρες περίπου", μου εξηγεί με τη βαριά φωνή του αρειμάνιου καπνιστή.

Σε αυτές τις 2 ημέρες θα έπρεπε μάλλον να απομακρύνουν από το τραπέζι της κουζίνας το χτυπητό αυτοκόλλητο "I Love Dildo". Διαφημίζουν ένα εξειδικευμένο κατάστημα με σεξουαλικά βοηθήματα και παιχνίδια ενηλίκων, που έχει στην προσφορά του ακόμη και "τατουάζ". Τι ωραία λέξη, σκέπτομαι, κλειδώνω την πόρτα δύο φορές και πηγαίνω να κοιμηθώ.
Το άλλο πρωί ήθελα να δώσω στις Οινούσσες ακόμη μία ευκαιρία. Η περιγραφή των Οινουσσών στον ταξιδιωτικό οδηγό ακούγεται με τέτοιον τρόπο ωσάν το 17 τετραγωνικών χιλιομέτρων νησάκι του ΒΑ Αιγαίου απέναντι από την Χίο να αποτελεί έναν ανεξερεύνητο παράδεισο, τον οποίον μέχρι τώρα ελάχιστοι τουρίστες έχουν επισκεφθεί. Για τον λόγο αυτόν αναχωρώ: Θέλω να εξερευνήσω ένα ελληνικό νησί, που να είναι διαφορετικό από τα υπόλοιπα, που να μην έχει χάσει τον αυθεντικό του χαρακτήρα από την επέλαση των μεγάλων τουριστικών ρευμάτων.  

Oι Οινούσσες έχουν επιπλέον μιαν ξεχωριστή ιστορία: Από εδώ κατάγονται ορισμένοι από τους πιο πετυχημένους εφοπλιστές και θαλασσοπόρους της Ελλάδας.

Σε καθέναν φανοστάτη του δρόμου είναι χαραγμένη μια άγκυρα, στην πλατεία του νησιού είναι εγκατεστημένες τράπεζες γύρω από μια πελώρια πυξίδα. Το λιμάνι, σκέτος ζωγραφικός πίνακας, περιβάλλεται από μπρούντζινους ανδριάντες ναυτικών, οι οποίοι ατενίζουν τη θάλασσα με γυμνούς μετάλλινους οφθαλμούς. Στη βάση τους έχουν χαραχθεί ονόματα που σχεδόν όλα τους φέρουν ως επώνυμο τα: Λεμός, Πατέρας και Ποντικός.

"Οι εφοπλιστικές οικογένειες έχουν αποκτήσει πολύν πλούτο με το εμπόριο, και με το χρήμα τους έχουν ανοικοδομήσει το νησί", εξηγεί μια εύσωμη μοτοσικλετίστρια που φορεί ένα καπέλο του μπέιζμπολ. Δείχνει τα φροντισμένα λευκά σπιτάκια, το πεντακάθαρο λιμάνι, τα εργοτάξια. "Χωρίς αυτούς όλα αυτά δεν θα υπήρχαν." Η κοινότητα των Οινουσσών ανήκει στις πιο πλούσιες ελληνικές κοινότητες, ακόμη και ορισμένα μέλη της οικογένειας Ωνάση έχουν εδώ τις βίλλες τους.

Οι τουρίστες τούς είναι αδιάφοροι  

Οι περισσότεροι επισκέπτες δεν έρχονται από το εξωτερικό, αλλά είναι Έλληνες ομογενείς που κάνουν εδώ τις διακοπές τους και οι οποίοι τον υπόλοιπο χρόνο ζουν στη Νέα Υόρκη, στη Μελβούρνη ή στο Λονδίνο. Κάμποσοι επισκέπτες έρχονται κάθε καλοκαίρι εδώ με το πλοίο από το γειτονικό και πιο μεγάλο σε έκταση νησί της Χίου. Για τους λόγους αυτούς, οι Οινούσσες δεν έχουν ακόμη βλαφθεί από το ξένο τουριστικό ρεύμα, το ακριβώς αντίθετο: οι τουρίστες εδώ είναι αδιάφοροι. Το χρήμα τους εδώ δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία, κι έτσι κανείς δεν τους κυνηγά.
Αυτό γίνεται φανερό στο κεντρικό διαφημιστικό σύνθημα του νησιού, "Ελάτε στο πιο σημαντικό Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας", όπως διαβεβαιώνει και ένας πληροφοριακός οδηγός που έχει εκδοθεί από την ελληνική κυβέρνηση. Το Μουσείο αυτό ανοίγει κάθε μέρα όλη την εβδομάδα από τις 10 ως τις 12 η ώρα - πράγμα άβολο για επισκέπτες ολίγων ωρών, καθώς τα κανονικά δρομολόγια σε φέρνουν εδώ στις 1 το μεσημέρι και η αναχώρηση γίνεται το πρωί στις 7. Στέκομαι μπροστά στην είσοδο και η ώρα είναι 5 και 10, ένας κόκκινος κουβάς και μια σφουγγαρίστρα αποκλείουν τη διέλευση. Ο φύλακας του μουσείου, γύρω στα 80, με ένα ασπρόμαυρο καρό πουκάμισο και ένα ηλιοκαμένο πρόσωπο, πλησιάζει σερνάμενος φορώντας τα καφετιά δερμάτινα πέδιλά του και ανακοινώνει: "Μην περιμένετε στον ήλιο. Πηγαίνετε να πιείτε έναν καφέ και ελάτε σε 20 λεπτά που ανοίγουμε".

Τα οστά της φάλαινας και τα πολεμικά πλοία
Μισή ώρα αργότερα περνώ βιαστικά ανάμεσα σε παλαιομοδίτικες βιτρίνες με τύπους καραβιών σε μιαν πλακόστρωτη αίθουσα, που μυρίζει κόλλα. Απέξω μπαίνει σερνάμενος ο φύλακας του μουσείου, αυτός όλη την ώρα κάτι μασούλαγε κάπου γύρω από το Μουσείο και τρώγει κάνοντας θόρυβο. Με ένα ρολό κουζίνας καθαρίζει τα τζάμια και τους πίνακες στους τοίχους. Μπορεί κανείς να δει φαλαινοθηρικά πλοία από αληθινά οστά φάλαινας, πολεμικά πλοία του 18ου αιώνα με αξιοθαύμαστες φιγούρες στρατιωτών - και ένα πλήθος από φορτηγά πλοία, των οποίων τα πρωτότυπα βρίσκονται καμιά εκατοστή μέτρα μακρύτερα. "Αυτά ανήκαν στους εφοπλιστές των Οινουσσών", λέει με καμάρι ο φύλακας του μουσείου. Ένα ρολόι κατάδυσης του 1942 όπως και ορισμένα κεραμικά από την Εποχή του Χαλκού συμπλήρωναν τη συλλογή. Λίγο μετά τις 7 η πόρτα κλείνει πίσω μου, το μουσείο κλείνει.


Άλλα στιγμιότυπα του ταξιδιού μου στις Οινούσσες (πιο σύντομα, της Οδύσσειάς μου στις Οινούσσες):
■ μια ανώφελη συζήτηση με τη μοναδική οδηγό ταξί του νησιού (αυτή εκμεταλλεύεται τη μονοπωλιακή της θέση και ζητεί 50 ολόκληρα ευρώ για μια κυκλική περιήγηση του νησιού)
■μια εκδρομή στην παραλία του νησιού ("Μια σύνοψη", που θα έλεγε και ο Loriot με το χαλικάκι των 10 μέτρων και τις 3 ομπρέλες)
■ μια μάταιη παραγγελία από το σουβλατζίδικο "Souvlaki Kostas" ("Ζητούμε συγγνώμη, αλλά ο μάγειράς μας λείπει στην ηπειρωτική Ελλάδα")
Σε ένα καφέ με μιαν επωνυμία που δεν λέγεται, εργάζεται η οδηγός ταξί ως μαγείρισσα και σερβιτόρος. Μου λέει ότι μπορεί να μου προσφέρει ή τοστ ή κρέπα, εγώ παραγγέλλω τοστ με ζαμπόν και τυρί, συνοδευτικά έχει βάλει και ορισμένα αλατισμένα σνακ στο πιάτο.
Σε λίγο έρχονται και κάθονται στο διπλανό τραπέζι ορισμένοι γκριζομάλληδες ναυτικοί, αυτοί χαιρετούν με φιλικό χαμόγελο. Πού και πού σερβίρονται βουνά οι διαφορετικοί ψαρομεζέδες στο τραπέζι τους. Εδώ ο τουρίστας με το τοστ, εκεί η ψαρολιχουδιά για τους ναυτικούς - αυτό είναι το μεσημεριανό δύο ταχυτήτων στις Οινούσσες. Με κάποια ζήλεια κρυφοκοιτάζω τα καλαμάρια και τις πελώριες γαρίδες. Το μόνο από το οποίο δεν θα ήθελα να δοκιμάσω είναι από τον μεγάλο σκοτεινό σωρό των κομμένων στα δυο αχινών, οι οποίοι μοιάζουν με μαύρες καστανιές.
"Έλα, δοκίμασε από δω", λέει ένας συμπαθής καπετάνιος που φοράει γυαλιά, ο οποίος μάλλον έχει παρατηρήσει το βλέμμα μου - και μου προσφέρει έναν αστακό και ένα κουταλάκι του τσαγιού. Τώρα δεν είναι αγένεια να τον τεμαχίσεις ηρωικά: το εσωτερικό του που το φωτίζει το πορτοκαλί, μυρίζει άμμο θαλάσσης, όλο υγρασία και αλμύρα.

Το ωραιότερο ποδοσφαιρικό στάδιο του Αιγαίου

Ας το δεχτώ απλά, ότι στις Οινούσσες τίποτε δεν συμβαίνει όπως κανείς το περιμένει. Την απόδειξη βεβαίως ότι εγώ πραγματικά βρέθηκα στο πιο τρελό ελληνικό νησί του κόσμου δίδει τελικά, αν κάνει κανείς έναν περίπατο, το ποδοσφαιρικό στάδιο, που το συναντά κανείς προτού εισέλθει στον οικισμό. Ένα στάδιο με το πιο μοντέρνο γρασίδι και με προβολείς υψηλής τεχνολογίας, με μια κερκίδα 1.000 καθισμάτων κατασκευασμένη από φίνα πέτρα και δίπλα μια θεατρική σκηνή: σε όλο το Αιγαίο δεν βρίσκει κανείς μια τέτοια -ασύγκριτη- πολυτελή αρένα. Συμπτωματικά, είναι ο Σοφοκλής εδώ, ο αρχιτέκτονας που έχει κατασκευάσει το στάδιο πριν από 13 χρόνια. Με καμάρι με ξεναγεί ολόγυρα.

"Αγαπώ αυτό το στάδιο. Κάθε καλοκαίρι έρχομαι εδώ από την Αθήνα, για να δω εάν όλα παραμένουν εντάξει." Η μεγαλόπρεπη κατασκευή κόστισε ακριβά, γύρω στα 5 εκατ. δολάρια ΗΠΑ. "Την πλήρωσε ένας εφοπλιστής - επιχειρηματίας, ο οποίος τον υπόλοιπο χρόνο μένει στο Λονδίνο." Αυτός σε όλη του τη ζωή δεν πρέπει να πληρώσει εισιτήριο, διαβεβαιώνει ο Σοφοκλής και ψευτογελάει.
Πόσες λοιπόν ποδοσφαιρικές ομάδες υπάρχουν στις Οινούσσες? "Μία. Αυτή παίζει με ομάδες από τη Χίο." Έρχονται πολλοί θεατές? "Υπό κανονικές συνθήκες γύρω στους 200, μια φορά όμως το καλοκαίρι έφτασαν τους 600". Δηλαδή ήλθαν όλοι οι κάτοικοι του νησιού? "Όχι, τόσοι γίνονται οι θεατές όσο υπάρχουν οι επισκέπτες στο νησί!"
Ίσως να έρχονταν και άλλοι ακόμη, εάν οι Οινούσσες διέθεταν ένα ξενοδοχείο.

Μτφρ.: Π.Χ.

26/8/11

Το τέλος του ασύλου (spiegel, 24.8.2011)


Η Ελλάδα επιτρέπει την είσοδο της αστυνομίας στα πανεπιστήμια



Κανένα καταφύγιο πλέον στα πανεπιστήμια: Το Εθνικό Κοινοβούλιο στην Αθήνα κατήργησε την Τετάρτη το πανεπιστημιακό άσυλο - η αστυνομία επιτρέπεται δίχως χρονοτριβή να παίρνει μέτρα μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο ενάντια σε όλους εκείνους που κάνουν βανδαλισμούς και επεισόδια.
Υπήρχε ένας μοναδικός σε όλο τον κόσμο κανονισμός: οι Έλληνες αστυνομικοί έπρεπε μέχρι τώρα να σταματούν μπροστά στην πύλη των πανεπιστημίων κατά την καταδίωξη προσώπων που είχαν προβεί σε αξιόποινες πράξεις και άλλων υπόπτων. "Δυστυχώς εγώ πρέπει να μείνω απέξω", αναγραφόταν γι' αυτούς στον πανεπιστημιακό χώρο.

Το πανεπιστημιακό άσυλο ίσχυσε από την πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας ως μέτρο προστασίας ενάντια σε αστυνομικές επεμβάσεις με πολιτικά αίτια: κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής χούντας (1967-1974) η σπουδαστική εξέγερση της 17ης Νοεμβρίου του 1973 καταπνίγηκε με αιματηρό τρόπο. Ένα τανκ τότε είχε χρησιμοποιηθεί προκειμένου να διαρρήξει την πύλη του Πολυτεχνείου που ήταν κατειλημμένο από σπουδαστές. Από την αποκατάσταση της δημοκρατίας (1974) επιτρεπόταν στην αστυνομία να επεμβαίνει στις ανώτατες πανεπιστημιακές σχολές μόνο ύστερα από περίπλοκες διαδικασίες χορήγησης της σχετικής άδειας - αυτά όμως όλα ίσχυαν μέχρι την Τετάρτη. Τη μέρα εκείνη αποφάσισε το ελληνικό κοινοβούλιο με ευρεία πλειοψηφία την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Πλέον δίχως καμία συνεννόηση και καθυστέρηση έχει τη δυνατότητα η αστυνομία να επεμβαίνει στα πανεπιστήμια και στις ανώτατες σχολές όταν συμβαίνουν φασαρίες και εγκληματικές πράξεις. "To άσυλο είχε υποστεί στρέβλωση και κατάχρηση και πλέον καταργείται", δήλωσε η Υπουργός Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου στο εθνικό κοινοβούλιο.
Ο πρωθυπουργός Α. Παπανδρέου ήλθε σε αποκλειστική τηλεφωνική επικοινωνία με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αντώνη Σαμαρά προκειμένου να επιδιωχθεί η συναίνεση στο κοινοβούλιο.
ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 35 ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΤΑ ΔΥΟ ΜΕΓΑΛΑ ΚΟΜΜΑΤΑ, ΤΟ ΚΥΒΕΡΝΩΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ TO AΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ.  

Τα δύο μικρά αριστερά κόμματα του Κοινοβουλίου, ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, προμήνυσαν πολιτική διαμαρτυρία για την κατάργηση του ασύλου. Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, μπροστά στο κτήριο του κοινοβουλίου διαδήλωσαν εκατοντάδες σπουδαστές και προειδοποίησαν ότι η κατάργηση του ασύλου είναι για αυτούς μια ''αιτία πολέμου". Προκλήθηκαν επεισόδια.

Στο παρελθόν, μεταξύ άλλων και μέσα στο φετινό καλοκαίρι, κατά τη διάρκεια των αντιδράσεων για το άσυλο που κράτησαν μία εβδομάδα, έγινε επανειλημμένως κατάχρηση του πανεπιστημιακού ασύλου από ομάδες που προκάλεσαν βιαιοπραγίες. Στο παρελθόν αυτές οι ομάδες χρησιμοποιούσαν επανειλημμένως διάφορoυς πανεπιστημιακούς χώρους ως ασφαλές καταφύγιο.

him/dpa

Μτφρ.: Π.Χ.








 


Εικόνες της Πλάκας

26.8.2011

Κάθε μαγαζί και κράχτης. Έλκει αυτό ή απωθεί;
Κεντήματα, κεραμικά, θεές Αθηναίες και σκουλαρίκια, η πηγή των σανδαλιών, τσάντες-γατούλες, γάμπες ξανθούλες.
Η ''Αμάλθεια'' κλειστή λόγω διακοπών. Στο βάθος του μαγαζιού έκαιγε μια λάμπα, σαν φάρος, σαν φρουρός.
Το "Σχολαρχείο" γεμάτο. Κάτω από την εκκλησία του Ραγκαβά, χτίζεται μονόπατο σπίτι που χάλασε την άπλα του πάρκινγκ, το οποίο στένεψε αναγκαστικά.  
Απέναντι από το υπό ανέγερση αυτό σπίτι (είναι στα τούβλα), παραμένει ερειπωμένο με χίλιες μνήμες και αραχνιασμένες εικόνες το πλακιώτικο αρχοντικό. Στην αυλή του οι γάτες έκαναν πηγαδάκι, ήλθε μια γυναίκα και τους έβαλε να φάνε.
Στο "Καφέ Πλάκα" φαίνονται από κάτω τα κεφάλια των θαμώνων της βεράντας, σαν να βρίσκονται σε κατάστρωμα κυκλαδίτικου καραβιού.
Στον "Σταματόπουλο" η κομπανία παίζει διαδοχικά Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Πυξ Λαξ κ.λπ. Οι θαμώνες των γύρω μαγαζιών ακούνε δωρεάν. "Την κοπελιά μου τη λένε Λενιώ, το παλικάρι έχει καημό".
Έψαχνα τον "Άτταλο" του 2000 και τελικά ανακάλυψα πως τον έχει διαδεχτεί κατόπιν ανάπλασης η "Ελαία", στα σκαλάκια πάνω από το "Καφέ Μελίνα".
Στη "Μοστρού" παρέχεται θέα εν είδει Πλανηταρίου. Η ταβέρνα του Ψαρρά γεμάτη, γεμίζει το πέρασμα σαν λαϊκή γειτονιά όπου οι σύνοικοι τα λένε από τα πεζούλια τους.
Οι τουρίστες σαφώς ανακουφισμένοι, αλλά με την επίγνωση ότι όλα όσα βλέπουν είναι μια εύθραυστη εικόνα, σαν ένα εξώφυλλο ενός βιβλίου που δεν θα έχουν τον χρόνο να το διαβάσουν αναχωρώντας.
Και κάπου από απόσταση και το κλειστό Αμφιθέατρο του Σπ. Ευαγγελάτου. Όπως είπε κι ένας συγγενής μας Κρητικός, ''αφού σχόλασε το αφεντικό, πάει τελείωσε".
Στην Κυδαθηναίων νυφοπάζαρο για ξένα μάτια. Εντυπωσιακό εκείνο το μπαράκι με τα δεκάδες χρωματιστά μπουκάλια. Στο "Σινέ Πλάκα" αφίσες, πολλές αφίσες με μυθικά ονόματα. Μεθυσμένος ο Ορέστης Μακρής, πολύ σέξι η Αλίκη, το χαμόγελο του Ηλιόπουλου λίγο μπροστά από την "Καζαμπλάνκα".
Θρηνούμε το "Τρίστρατο" και τη "Φιλόμουσα". Η πλατεία δεν είναι πια η ίδια χωρίς αυτά τα δυο.
Ταξιτζήδες τα λένε στα στέκια τους. Περνάει ο κόσμος και σκέπτεται: αυτοί έπεσαν ηρωικά προσφάτως από τα όπλα μιας ασυνάρτητης κυβέρνησης. Και τώρα τι; αυτό ήταν λοιπόν; χώνεψαν τόσο γρήγορα τη μεταρρύθμιση; σίγουρα δεν τη χώνεψαν, αλλά ο βιοπορισμός καλεί...
Ησυχία έξω από το Κέντρο Μικρ. Σπουδών, κοπάζει κάπου εκεί η κίνηση, στο ΜΕΛΤ, που προσπεράσαμε, δε, νά σου και η φιγούρα του Καραγκιόζη, θυμηθήκαμε τη Βάσω Πολυζώη και τις αδελφές Δάφνη. Πώς είναι άραγε όταν μια ολόκληρη ζωή λες τα ίδια και τα ίδια σε εκατοντάδες σχολιαρόπαιδα; Τι παθαίνεις από αυτή την πλήξη των ίδιων ξεναγήσεων;
Από τη Φιλελλήνων επιβιβαζόμαστε στο τοπικό λεωφορείο. Καθώς μπαίνουμε όλοι μας κοιτούν σαν προνομιούχους, προελθόντες από μικρό παράδεισο, από τα φώτα και τη νοσταλγία της Ακρόπολης. Σαν τουρίστες εν τη αυτή πόλει.
Η Πλάκα έχει ανέκαθεν αυτή την ιδιότητα: να σε μετατρέπει σε τουρίστα που κοιτάς με δέος τις κολόνες.
Όσο και να ανέβει ο ΦΠΑ, η προστιθέμενη αξία της ψυχικής ισορροπίας που σου προσφέρει είναι ανεκτίμητη. Γιατρεύει κι αγρίμια κι αγριμάκια και αδέσποτα ζωάκια.
Πλάκα γιάνεις;

25/8/11

Από μια συνέντευξη του Πέτρου Μάρκαρη (spiegel, 8.10.2001)

08.10.2001



SPIEGEL: [...] Πού οφείλεται το γεγονός ότι η νεοελληνική λογοτεχνία μάς είναι μέχρι τώρα (2001) σχεδόν άγνωστη;
Markaris: Ίσως στο ότι οι Έλληνες για μεγάλο χρονικό διάστημα αισθάνονταν ότι ανήκουν λογοτεχνικά στα Βαλκάνια. Αλλά εμείς όλο αυτό το διάστημα νιώθουμε καθαρά πως είμαστε Δυτικοευρωπαίοι λογοτέχνες. Στη λογοτεχνία μας για πολλά χρόνια το κέντρο βάρους ήταν η ποίηση. Εμείς οι Έλληνες αγαπούμε τα ποιήματα και απαγγέλλουμε ακόμα και τις καθημερινές. Για τον λόγο αυτόν, οι ποιητές μας είναι πιο γνωστοί από τους πεζογράφους μας. Θυμηθείτε μόνο τους δύο Νομπελίστες μας, Γιώργο Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη. Γι' αυτό, στα μυθιστορήματά μας το βαρύνον δεν ήταν η υπόθεση, αλλά η γλώσσα. Αυτό όμως έχει αλλάξει δραστικά τα τελευταία 10 χρόνια (1991-2001). Τώρα υπάρχουν συγγραφείς και με μεγάλη αφηγηματική ικανότητα αλλά και με φροντισμένη πλοκή. Για παράδειγμα ο Νίκος Θέμελης με το βιβλίο του "Η Ανατροπή", ένα πραγματικά ευρωπαϊκό μυθιστόρημα.
SPIEGEL: Εδώ και πολλά χρόνια έρχεστε σε επαφή με την παγκόσμια λογοτεχνία, μεταφράζετε Γερμανούς συγγραφείς από τον Γκέτε ως τον Μπρεχτ. Πώς φτάσατε στον "Φάουστ";
Markaris: Είμαι ένα παράξενο κράμα. Ο πατέρας μου ήταν Αρμένιος, η μητέρα μου Ελληνίδα, κι εγώ μεγάλωσα στην Κωνσταντινούπολη. Αποφοίτησα εκεί από ένα αυστριακό Γυμνάσιο. Μετέπειτα πήγα στη Βιέννη και στη συνέχεια για έναν χρόνο στη Στουτγκάρδη. Κατά 90/% η κουλτούρα μου είναι γερμανική.
SPIEGEL: Κι ωστόσο γράφετε στα ελληνικά, γιατί;
Markaris: Επειδή είναι η μητρική μου γλώσσα. Αλλά γράφω και στα τουρκικά και στα γερμανικά.
SPIEGEL: Τι διαφοροποιεί αυτές τις τρεις γλώσσες;
Markaris: Τα τουρκικά καταρρέουν στη λογοτεχνία. Δεν υπάρχει καμία σημαντική διαφορά μεταξύ της καθομιλουμένης και της τουρκικής λογοτεχνικής γλώσσας. Αντίθετα, οι Έλληνες διαθέτουν μια κατά πολύ ρέουσα γλώσσα. Στα ελληνικά δεν μπορείς να φτιάξεις μικρές προτάσεις. Όταν μετέφραζα τη "Μητέρα κουράγιο" του Μπρεχτ, συναντούσα τεράστια προβλήματα. Στη φράση για παράδειγμα
"Das Frühjahr kommt. Wach auf, du Christ!", υπάρχουν μόνο 7 λέξεις, και δεν είναι δυνατόν να τη μεταφράσει κανείς με σύντομο τρόπο.
SPIEGEL: Και πώς λύσατε το πρόβλημα;
Markaris: Απλώς κάτι σκόπιμα παρέλειψα, ώστε να συμφωνεί ο αριθμός των συλλαβών. Στα γερμανικά πάντοτε εκπλήττομαι για τις γλωσσικές δυνατότητες. Μου φαίνονται καμιά φορά απεριόριστες.
[...]
SPIEGEL: Η πρωτεύουσα εμφανίζεται στα μυθιστορήματά σας δυσάρεστη, Μολώχ βουλωμένος από την κυκλοφοριακή συμφόρηση, οι κάτοικοί της διψούν για λίγο καθαρό αέρα.
Markaris: Η πόλη δεν είναι παράδεισος. Οι Αθηναίοι ζουν όλη τη μέρα τους στην κόλαση διεκδικώντας το δίκιο τους, ενώ λίγες ώρες τις νύχτες τις περνούν στον Παράδεισο. Γιατί η αθηναϊκή νύχτα είναι υπέροχη για όποιον αγαπά τη νυχτερινή ζωή.

[...]


INTERVIEW: JOACHIM KRONSBEIN

Μτφρ. αποσπασμάτων: Π. Χριστοφιλίδης



Ο Χρόνος και τώρα και πάντα

25.8.2011

Ο χρόνος, ο μεγάλος, ο απέραντος, ο ακατάλυτος
που μας ξεπερνά, που μας δεσμεύει, που μας προσπερνά
που κινείται ερήμην μας στο αιώνιο μοναχικό του ταξίδι
που δεν έχει τόπο, δεν σκοντάφτει σε σύνορο
που τη νιότη πασπατεύει κάτω απ' τη σκιά του
και αρδεύει μία μία τις χρυσοσταλιές της



που δεν διακρίνει σε ''κρίσιμες'' ή μη στιγμές
που δεν γεννήθηκε ούτε και πεθαίνει ποτέ
που μέσα του θα γεννηθούμε και μέσα του θ' αναστηθούμε
που κάποιες μέρες του κάναμε δικές μας ολοδικές μας
απλώνοντας την ψυχή μας σ' όλο το πλάτος τους
ο χρόνος ο δήμιος ο σύμμαχος ο τιμωρός ο δικαστής
και ο αφέντης - ουρανοδίκης κι άσφαλτος κριτής
των τρελών εκρήξεων και ολισθημάτων του Σύμπαντος
να τον φοράς παιχνιδάκι στον καρπό
μα να συλλογιέσαι πως είσαι άθυρμα στον ζυγό του.

24/8/11

Αποδημίες (Ν. Θέμελη κ.ά.) - ένα σχόλιο

24-8-2011

Ο θάνατος των πληθωρικών ανθρώπων (όχι μόνο της Τέχνης) μάς κάνει πρωτίστως να σκεπτόμαστε τις χαμένες οριστικά δυνατότητες. Το παράδοξο βέβαια είναι ότι επικεντρωνόμαστε στην προσφορά τους και ζυγίζουμε το βάρος της διανοίας τους σχεδόν πάντα όταν κλείνει η αυλαία. Με άλλα λόγια, με δεδομένη την αβεβαιότητα αυτού του ''τρελού και ασυνάρτητου'' βίου, γιατί, αναρωτιέμαι, δεν κερδίζουμε από την παρουσία αυτών των πλουτοφόρων ανθρώπων εν τη πορεία τους και πριν από την τελική αναπάντεχη ευθεία.
Ίσως βέβαια όλα τα παραπάνω εκπηγάζουν από τις ενοχές μας - ενοχές για τις δικές μας ανεκμετάλλευτες δυνατότητες απέναντί τους.
Είναι βέβαιο ότι όλοι αυτοί οι δοτικοί και μεστοί οραμάτων άνθρωποι βρίσκονται διασκορπισμένοι στο σύγχρονο χαοτικό πολιτισμικό σύμπαν - έτσι δικαιολογείται εν μέρει η αδυναμία ή η απώλεια επαφής, εάν θεωρήσουμε ότι υπάρχει έστω και μειωμένη βούληση άντλησης ''πόρων''.

Για να το πω πιο ποιητικά, τα αστέρια τα βλέπεις καλύτερα όταν χαμηλώνουν τα πολλά φώτα γύρω σου. Κι ο θάνατος είναι αυτό ακριβώς: να βλέπεις τον ουρανό πεντακάθαρα μακριά από τα πολλά φώτα και τον θόρυβο, σε μιαν ατμόσφαιρα προσωπική και μυστηριακή, σαν μια προσευχή μέσα στη φύση.

19/8/11

Νυχτερινή σκηνή

19.8.2011

                                                                                                                            (Στη φίλη Αλεξάνδρα
                                               που διέκοψε ευχάριστα τη σιωπή, σαν συνθήκη, του νεκρού Αυγούστου)

Τώρα που η Αθήνα είναι νεκρή, τα μικρά ή μεγάλα γεγονότα τα ζει κανείς πιο έντονα, διότι τα ζει σχεδόν μοναχικά, χωρίς να έχει μάρτυρες δίπλα του.

Έφευγα από ένα σοκάκι της Τερψιθέας προχθές το βράδυ ώσπου ξαφνικά με τα νυσταγμένα φώτα του αμαξιού μου να ανοίγουν δρόμο στον σκοτεινό κατήφορο, είδα έντρομος και έκπληκτος την ακόλουθη σκηνή:
Ένα γατί έκειτο νεκρό στη μέση ακριβώς της ασφάλτου. Το σώμα πρέπει μόλις να είχε παραδοθεί, διότι μου φάνηκε ότι ελαφρώς κινιόταν η ουρά του μέχρι κι αυτή να ακινητοποιηθεί. Το γατί έκειτο πάνω από μια μικρή λίμνη αίματος. Ως εδώ θα'λεγε κανείς ότι πρόκειται για μια κοινή, κοινότατη ιστορία. Αλλά αυτό που δραματοποιούσε έντονα τη σκηνή, αυτό που την μετέτρεπε σε ένα μικρό θρίλερ, ήταν η παρουσία γύρω από το γατί τριών άλλων γατιών. Το ένα αριστερά, τα άλλα δύο δεξιά από το νεκρό. Τα γατιά έστεκαν για κάμποσα δευτερόλεπτα βουβά και ακίνητα, σαν κεραυνοβολημένα κι αυτά από τον θάνατο και ειδικώς την όψη του θανάτου που μόλις είχε συντελεστεί. Όπως τα έβλεπα, δεν μπορούσα να καταλάβω ποιον ρόλο έπαιζαν: ήταν για ολίγον χρόνο μάρτυρες της θανατερής βίας; μήπως έστεκαν αποσβολωμένα, μην έχοντας ξαναδεί αυτό το θέαμα; ή μήπως θρηνούσαν με τη σιωπή τους τον δικό τους άνθρωπο. Για κλάσματα δευτερολέπτου μού πέρασε από το μυαλό και μια ιδέα της μητέρας μου, που όμως γρήγορα την απέρριψα: μήπως το νεκρό γατί έγινε στόχος άλλων γατιών, κάτι σαν την ανθρωποφαγία δηλαδή. Αυτή η εμβόλιμη σκέψη με έκανε να παρατηρήσω τα μεγέθη των σωμάτων τους. Για μια στιγμή, σκέφτηκα ότι μπορεί το νεκρό να ήταν η μάνα των άλλων τριών, γιατί έδειχνε πιο μεγάλη σωματικά έναντι των άλλων. Το αυτοκίνητο είχε σταματήσει και είχα μείνει κι εγώ αποσβολωμένος, μην ξέροντας πώς να ερμηνεύσω και τι να πράξω. Τα φώτα έριχναν τις βολές τους πάνω στο άψυχο σώμα και η ακινησία μεγέθυνε τη φρίκη, όπως στα στυγερά εγκλήματα που κόβουν αναπνοές. Σε λίγο το ένα από τα τρία ζωντανά, με αργό τρόπο, αβέβαιο, με διστακτικά βήματα, με κάποιαν επιφύλαξη, πλησίασε το νεκρό. Το είδα να πλησιάζει τόσο αργά που νόμιζα ότι το έκανε καθώς έλυνε τον φόβο του, τον τρόμο του μπρος στη συνειδητοποίηση του αποτελέσματος. Έφτασε κοντά και χαμήλωσε τη μουσούδα του. Τι ήθελε να κάνει; Μήπως με τη μυρωδιά ήθελε να επιβεβαιώσει την απώλεια της ζωής; Καθώς χαμήλωνε την κεφαλή του, νόμιζα πως σκύβει για να ρουφήξει το λιμνάζον αίμα. Αλλά και πάλι απώθησα τη σκέψη, που πιο πριν ήταν η ωμοφαγία, εδώ η αιματοφιλία. Το θαρραλέο γατί στεκόταν σταθερά πάνω από το πεσμένο σώμα. Δεν ήξερα τι να πράξω. Το αυτοκίνητο εάν προχωρούσε επί ευθείας γραμμής, είναι σίγουρο πως θα υπογράμμιζε τον θάνατο, θα έκανε τον δεύτερο φόνο. Δεν είχα άλλη λύση. Κόρναρα προς το γατί - την πρώτη φορά δεν αντέδρασε, τη δεύτερη τινάχθηκε τρομαγμένο. Λες να μην είχε αντιληφθεί τον θόρυβο της μηχανής; Φαντάσου, σκέφτηκα, πόσο απορροφημένο είναι, πόσο μαγνητισμένο. Καθώς τινάχθηκε, γύρισε το βλέμμα του προς το αυτοκίνητο. Τα μάτια του έδειχναν το βύθισμά του, σαν ιεροτελεστικό, στη θλίψη και στον πόνο. Το τσίμπησαν τα φώτα και το κλάξον και το έβγαζαν από τη μυστηριακή ώρα που κάθε ον αντικρίζει ένα άλλο ον να αρχίζει τον αιώνιο ύπνο του. Εκείνη την ώρα που θαρρείς και είναι ψέμα το χαμήλωμα των βλεφάρων και ότι πως όπου να'ναι ο κοιμώμενος θα σειστεί, θα ριγήσει, θα κινήσει τα μάτια και τα χέρια, θα δει ξανά τον βίαιο κόσμο των μηχανών που συντρίβουν τις ζωές των εμψύχων και σκορπούν τον όλεθρο πάνω στους μελανιασμένους δρόμους. Πώς να προχωρήσω; Γιατί κι εγώ, τόσο δειλός και αδύναμος μπροστά στο αίμα και στον πόνο, δεν σκεπτόμουν να περιμαζέψω το νεκρό ζώο, να το αφήσω παράμερα, να το θέσω επί τόπον σεμνής ταφής. Τόσο δειλός και αδύναμος, όχι όμως αδιάφορος. Σκεπτόμουν πώς θα ένιωθα την στιγμή που θα το έβαζα στη χούφτα μου, με τα αίματα να έχουνε βάψει το γουνάκι του και τα πόδια του να κρέμονται σαν ξεχαρβαλωμένα ελατήρια στο κενό. Πόσο θα παιδευόταν η δική μου ψυχή μέχρι να το βάλει στον τυχαίο τάφο του και να το σκεπάσει με χώμα. Κι αυτός; ο Άγνωστος; πού ήταν αυτός ο δολοφόνος της φούριας, αυτός που το εμβόλισε, τρέχοντας να προλάβει τι; σε μια πόλη διψασμένη από ζωντάνια, που ραντίζει το φεγγάρι της τη σιωπή μιας παράξενης συνύπαρξης, την ώρα που ο καθένας θέλει να υπάρχει πολλές φορές μέσα στο άδυτο της μοναξιάς του, να κρατήσει τα χείλη του κλειστά μέχρι να αρχίσουν να φλυαρούν με τις επιστροφές τους οι γνωστοί άγνωστοι της γειτονιάς. Αυτό το γατί ζούσε τίμια και αθόρυβα, υποθέτω, και πληρώθηκε με τον πιο άτιμο θάνατο, πάνω στις γραμμές της ζωής και της ελευθερίας. Ίσως λείψει από κανέναν μοναχικό αφέντη, καμιά γραία που πήγαινε και το τάιζε κάθε βράδυ για να δώσει κάποιο νόημα και στη δική της μοναξιά.
Ναι, ήταν φανερό αλλά εγώ δεν το έβλεπα από την αρχή: τα τρία ζώντα πλάσματα έκαναν την κηδεία του, κάνοντας έναν μικρό κύκλο ολόγυρά του, σε μια τελετή που μόνο υπό το φως ενός βαλσαμωμένου φεγγαριού θα μπορούσε να λάβει χώρα, με έναν ή κανέναν μάρτυρα, φτωχό συγγενή, περίλυπο αυτοκινητιστή.
Το αυτοκίνητο είχε κοκκαλώσει ώσπου στον καθρέπτη πάνω από το τιμόνι φάνηκαν από το βάθος τα μάτια ενός άλλου αυτοκινητιστή - κάποιος άλλος είχε μπει στο σοκάκι και θα ζούσε, αν ζούσε, την ψυχρολουσία της δρομαίας τελετής. Τα φώτα του άλλου σαν τα μάτια ενός μηχανικού γάτου αίλουρου πλησίαζαν στα νώτα μου. Στάθηκα για λίγο, να τον κάνω να καταλάβει ότι εδώ συνέβη κάτι. Κάτι εγκληματικό, μια ψυχή που απέδρασε σε σκοτεινό σύμπαν. Ίσως να κατάλαβε, δεν μου κόρναρε. Τότε εγώ, σαν ονειδίζοντας και τον εαυτό μου και όλα τα άλλα ανθρωπάκια αυτού του κόσμου, έστριψα το τιμόνι προς τα αριστερά, σχεδόν πηγαίνοντας να ξύσω το σταθμευμένο όχημα στο πλάι. Κινήθηκα αργά, παίρνοντας μια τροχιά ικανή να προσπεράσει απ' τα αριστερά σεβαστικά το άψυχο σώμα. Οι ρόδες κύλησαν αργά πάνω στον κατήφορο και μένα η έγνοια μου ήταν να αισθανθώ ότι πέρασα από δίπλα, δίχως να διαπράξω ακουσίως τον δεύτερο φόνο. Τα άλλα γατιά ίσως και με έβλεπαν, έβλεπαν τα μάτια μου να σκύβουν όλο ένταση πάνω στο οδόστρωμα την ώρα της προσπάθειας να αποφύγω... να αποφύγω τι; τη θέα του φόνου, τη λίμνη του πόνου, το τίναγμα των δικών μου ενοχών που δεν γνωρίζω πώς να συνυπάρχω με αυτά τα πλάσματα που νοστιμίζουν τον μοναχικό βίο πολλών γύρω μας.
Να αποφύγω να κοιτάξω εκεί κάτω, για να μη γεμίσω με τα αίματα, με την εικόνα, και την πάρω για πάντα μέσα μου καταρώμενος το μισητότερο και δολοφονικότερο των επί γη όντων.
Να αποφύγω να κοιτάξω...
Και πράγματι δεν κοίταξα πίσω μου. Μόνο αυτόν στα νώτα μου αντιλήφθηκα πως έπραξε το όμοιο με μένα, κάπως όμως πιο βιαστικά, σαν να ήταν συνηθισμένος στα εγκλήματα του δρόμου.

Στρίβοντας στη λεωφόρο, η τελετή, σκεπτόμουν, θα συνεχιζόταν. Μέχρι μια μαύρη σακούλα βαριά σαν με σκουπίδια, να αφήσει τον γδούπο της πάνω από κάποιον κάδο. Και το σώμα χιλιοσυντετριμμένο από τον δεύτερο φόνο μιας άλλης μηχανής, να χωνευθεί μαζί με μπουκάλια, πλαστικά, χαρτιά και πευκοβελόνες μέσα στο παμφάγο σώμα της αιώνιας γης. -

17/8/11

Εις την Κρήτη

17.8.2011

Η Ευτυχία λέγει ότι χαίρεται τους Κρητικούς διότι έχουν τη δική τους πολιτιστική ταυτότητα, σε αντίθεση με άλλους κατοίκους άλλων περιφερειών. Το κρητικό παξιμάδι, λοιπόν, με ντόπιο τυρί και τομάτα ("ντάκος"), το λάδι που μαζεύουν όλοι μαζί από τον αγρό, το σπιτικό κρασί, γενικώς η οικιακή αυτάρκεια στα αγαθά πρώτης ανάγκης, το μαύρο πουκάμισο, οι μαντινάδες, η διαλεκτική προφορά, τα καφενεία με τα ρακόμελα και τις τσικουδιές, τα μικρά και μεγάλα φαράγγια, οι αφίσες με τους λυράρηδες, το μουστάκι και το κροσωτό μαντίλι της κεφαλής, οι γενειοφόροι παλαίμαχοι, ο Βενιζελισμός και το Παπανδρεϊλίκι, οι ενετοτουρκικές μνήμες, τα μαχαίρια, οι επαναστάσεις, οι μακρόσυρτες παραλίες, οι βεντέτες, η κρητική φιλοξενία, τα καλτσούνια, τα πιτάκια, οι χοχλιοί, η κρεατοφαγία και χορτοφαγία από κοινού, τα μαύρα μάτια, το υπερήφανο σώμα και η ευθύτητα του παλικαρά, τα ακλόνητα βουνά, οι βιοτικές χειμερινές δυσκολίες, ο πόνος των γεωργών και των κτηνοτρόφων, αυτά και άλλα πολλά συνθέτουν έναν τρόπο ζωής χαρακτηριστικό της Κρητικής Πολιτείας, που σε 2 χρόνια θα γιορτάσει τα 100χρονα της Ένωσής της με την άλλη Ελλάδα, όταν σαν ανέκδοτο περίπου κυκλοφόρησε εδώ η αληθινή-ψεύτικη διάθεση πολλών Κρητικών να αποσχιστούν από τον εθνικό κορμό, κάτι που δεν έπιασε τ' αυτάκι μας όσες μέρες κάναμε άσκηση οδήγησης στον νομό Χανίων.
Εάν λοιπόν έχεις κάτι που σε ξεχωρίζει από τους άλλους, καλόν είναι να το διατηρείς ως σήμα διαφορετικότητας, αρκεί να μην καταντά αυτό βιομηχανία θεάματος και καταναλωτική ρουτίνα, όπως κατακλύζει την αγορά για τις αγέλες των τουριστών και η πολλή ομοιότης αποστρέφει το βλέμμα. Το αγαθό λοιπόν χαρίζει την ομορφιά του όταν γίνεται έκπληξη προσφοράς κι όχι όταν γεμίζει κάθε κάδρο. Για τον λόγο αυτόν, πολλοί θέλουν να ξεχάσουν το πολύβουο άστυ και να πιουν νερό απ' το Λιβυκό Πέλαγος, στα νότια του νομού. Έτσι έλεγε προτού αποχαιρετιστούμε η Ιωάννα και δεν ξέρω αν το έπραξε τελικά.
Αυτή πάντως η αυτάρκεια που λέγαμε παραπάνω καμουφλάρει την κρίση, συν του ότι εκεί, εις την Κρήτη, οι οικογένειες δρουν διαφορετικά και είναι μεγάλο στεφάνι, που προσθέτει όλο και κάποιον καινούργιο ανθό-κολοκυθανθό. Εδώ ισχύει το 4=4 κι εκεί το 4 Χ 4.

14/8/11

Μια ασυνήθιστη φιλοξενία

14.8.2011

42 χρόνια στα ελληνικά νησιά και 1η φορά συνήντησα μια τέτοιου βάθους και έκτασης φιλοξενία. Να σε υποδέχεται μια μεζονέτα τριών επιπέδων, να ανοίγεις το ψυγείο και να το βρίσκεις γεμάτο, με κασέρι και σαλάμι, ψωμί για τοστ, πεπόνι και λεμόνια, τσάι-χυμό και πορτοκάλι-χυμό, δυόσμο και βασιλικό, κρεμμύδια, βούτυρο και μαρμελάδα, τομάτες και αγγούρια κ.λπ. Την τρίτη μέρα να σου φέρνει ο ιδιοκτήτης μια πιατέλα παστίτσιο από τα χέρια της γυναίκας του. Να κατεβαίνεις αν θες στον χώρο αναψυχής για να παίξεις αν θες ποδοσφαιράκι, μπιλιάρδο, να ανέβεις στα όργανα γυμναστικής, να κάνεις διάδρομο, αν θες. Να βγαίνεις στον κήπο και να βουτάς σε ιδιωτική ας την πούμε πισίνα όπου να μπορείς να κάνεις υδρομασάζ. Το αποκορύφωμα: ο ιδιοκτήτης να οργανώνει ξεχωριστή βραδιά-μπάρμπεκιου πάρτι και να ψήνει για σένα και τους γειτόνους σου στη διπλανή βίλα μπριτζόλες, κοτόπουλο, μπιφτέκια που να τα συνοδεύει με σαλάτες, τζατζίκι, ποτά κ.λπ. Και να σου λέει πως καλύτερα να ξοδεύω με αυτόν τον τρόπο για τον ''πελάτη'' μου παρά να τα δίνω σε τουριστικά πρακτορεία για να με διαφημίζουν.
Κυρίες και κύριοι, όλα αυτά έγιναν στο συγκρότημα (2 βίλες είναι μονάχα) Kouros Village ή κάπως έτσι, στην περιοχή Μάλεμε της Κρήτης (νομού Χανίων) και αυτουργός ο Σπυρίδων Μαυροματάκης, 48 Αυγούστων τη ηλικία, συνταξιούχος στρατιωτικός, τέρας δημιουργίας και με πολλή δίψα για τη ζωή, ικανός να κερδίζει τον χρόνο και να αφήνει ανεξίτηλες τις εντυπώσεις / αναμνήσεις στους επισκέπτες του συγκροτήματός του.
Εάν έχετε την πρόθεση να κατεβείτε ποτέ για διακοπές στα Χανιά ή γύρω από αυτά, κρατήστε το όνομα και την περιοχή. Εάν δεν αλλάξει κάτι στη βιοσοφία του, θα δεχτείτε αυτές τις ασυνήθιστες τουριστικές υπηρεσίες. Σπυρίδων Μαυροματάκης. Τελεία και παύλα, οι καλύτερες συνθήκες διαμονής που έχω συναντήσει σε 42 ολάκερα χρόνια ζωής.

12/8/11

Συνάντηση με Μαρία Λαζαρίδη και Γιώργο Βλοντάκη

12.8.2011

Με αφορμή το βιβλίο που φιλολόγου και μεταφραστή Σταύρου Βλοντάκη "Οχυρά Θέσις Κρήτης" που εκδόθηκε το 1976, ιδίοις αναλώμασιν, και το οποίο χρησιμοποιήθηκε δημιουργικά από τη συγγραφέα Μάρω Δούκα για τη σύνθεση του τελευταίου της βιβλίου "Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ" (εκδ. Πατάκη), συναντηθήκαμε την Τετάρτη 10.8 με την κυρία Μαρία Λαζαρίδη, σύζυγο του Σταύρου Βλοντάκη, που έφυγε από τη ζωή την 4.1.2011, και με τον έναν εκ των υιών του Γιώργο Βλοντάκη. Η συνάντηση έλαβε χώρα στο χωριό Σπηλιά Κολυμπαρίου Χανίων. Η κα Λαζαρίδη και δευτερευόντως ο κος Γ. Βλοντάκης έκαναν ένα αφηγηματικό οδοιπορικό στους κυριότερους σταθμούς της ζωής και της καριέρας του Σταύρου Βλοντάκη ξεφυλλίζοντας το οικογενειακό λεύκωμα. Προσεχώς, θα καταχωριστεί ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα για τον Σταύρο Βλοντάκη. Όλα αυτά βέβαια ως κάποιας μορφής προετοιμασία για μελλοντική λογοτεχνική βραδιά.
Ευχαριστούμε από τη θέση αυτή την κα Λαζαρίδη και τον κον Γ. Βλοντάκη για τη φιλοξενία τους και για τα πολύτιμα βιβλία που μας δώρισαν (αξιόλογες μεταφράσεις τα περισσότερα του Σ. Βλοντάκη).