31/3/10

Ο ζητιάνος μέσα μας

31.3.2010

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ


Ελεεινολογούμε συνήθως τους άλλους, ωστόσο όλοι έχουμε την ανάγκη κάποιου ή κάποιων για να διοχετεύσουμε τη σωματική ή άλλη ενέργειά μας.
Που σημαίνει ότι λίγο ή πολύ όλοι μας σαν ζητιάνοι φαινόμαστε λίγο ή πολύ στα μάτια ορισμένων. Και αν μη τι άλλο, όλοι ζητιανεύουμε την προσοχή των άλλων, για διαφόρους λόγους.

Ο Πρωθυπουργός ζητιανεύει στήριξη, ο αλήτης των δρόμων κανένα πενηνταράκι, ο οπιομανής των φαναριών κανένα σκουριασμένο κέρμα, αυτοί που θέλουν να μιλούν, να ρητορεύουν και να ακούγονται ζητιανεύουν το κοινό να τους ακούει, αυτοί που γράφουν το κοινό να τους διαβάζει, οι τράπεζες ευυπόληπτους πελάτες, οι ταξιτζήδες σκύβοντας κανέναν διερχόμενο πελάτη, τα πορνίδια του Μεταξουργείου ή της οδού Ευριπίδου κανέναν κακομοίρη, οι απεγνωσμένοι ερωτιάρηδες καμιάν αγκαλιά, κανένα φιλί ή στην καλύτερή τους να μπουν κι αυτοί σε ένα σώμα να ανθίσουν κάπως, όλοι οι στερημένοι αυτού του κόσμου ένα μάννα εξ ουρανού, ένα πιάτο φαγί, ο ασθενής να σταθεί λίγο από πάνω του ο δυνατός της γνώσης επιστήμων, οι άνεργοι την ευκαιρία, την πληροφορία, την πρόταση των άλλων, οι εταιρείες ζητιανεύουν μέσω των διαφημίσεών τους τη μεθυσμένη από εικόνες πελατεία τους, οι δάσκαλοι να αγκιστρωθεί ο λόγος τους και να φυτρώσει σε κάποια παιδική ψυχή. Ζητιανεύουμε την προσοχή των άλλων, για να μην νιώθουμε τιποτένιοι, αφανείς, ασήμαντοι. Ζητιανεύουμε την συμπάθεια ή την αγάπη των άλλων, για να μην νιώθουμε άδειοι, απωθητικοί, στη σκιά των πραγμάτων, στο ράφι της ιστορίας. Ο καθένας έχει τον τρόπο του να καμουφλάρει τη ζητιανιά του: άλλος με τον εγωκεντρισμό και τη φιλαυτία του, άλλος με επιδείξεις ύλης και ενδυμάτων, άλλος με τη φλυαρία των γνώσεών του, άλλος καταρώμενος το σύστημα ή την κακούργα κοινωνία, επιδιώκοντας να βρει έναν τρόπο να δικαιολογήσει το τίποτα της ζωής του. Ο καθείς ρίχνει μιαν άγκυρα στον άλλον, για να βρει κάτι και να λάβει κάτι, για να φανεί στα μάτια του, να ψαρέψει κανέναν έπαινο, καμιά κολακεία, κανένα δώρο. Όλοι λίγο ή πολύ έχουμε τις πουτανιές μας, ακόμη και οι άνθρωποι των γραμμάτων λίγο ή πολύ λίγη σημασία ζητούν και τι χαρά όταν τους τη δίνουν οι άλλοι, τους δίνουν μικρόφωνο, βήμα, θέση έκφρασης, λευκή σελίδα, ανοιχτό μαγνητόφωνο (πόσα παραδείγματα θα μπορούσαν να αναφερθούν). Χωρίς μιαν αναγνώριση από τον άλλον, αυτό που λέμε ηθικό έστω κίνητρο, όλα ξηραίνονται και βουβαίνονται μέσα μας, χάνουμε πάσαν όρεξη. Γιατί πράττουμε ό,τι πράττουμε; Για να τα δει επιτέλους κάποιος, να τα χαρεί, να τα δοκιμάσει, να τα επιδοκιμάσει, να τα αγαπήσει, να τα βραβεύσει, να τα δεχτεί, να τα κάνει δικά του. Πόση ανάγκη λοιπόν έχουμε αυτόν τον καταραμένο τον πλησίον μας, που λέει κι ο λόγος ο ευαγγελικός, αυτόν που θα θέλαμε να χειροκροτεί ως οπαδός ή θιασώτης τα πεπραγμένα μας!

Την ίδια ώρα όμως που αισθανόμαστε ότι η πλατεία θα είναι άδεια χωρίς αυτόν τον πλησίον, σαν άλλα αιλουροειδή ορμούμε να τον στομώσουμε, να τον κατατροπώσουμε, να επιβληθούμε επ' αυτού παντοίω τρόπω (πόσα παραδείγματα θα μπορούσαν να αναφερθούν). Την ίδια στιγμή που έχουμε την ανάγκη να έχουμε τον άλλον, την ίδια στιγμή θέλουμε και να είμαστε από πάνω του. Οι ανθρώπινες συγκρούσεις, τα ανθρώπινα διλήμματα, σύνδρομα, ελλείμματα.

Άρα, προς τι ο γέλως προς τον διπλανό μας, τον ζητιάνο του δρόμου, της διπλανής θύρας, του πεζοδρομίου; Αφού κι εμείς κάθε φορά κάτι ζητιανεύουμε από τους άλλους, απλώς εξωραΐζουμε τον τρόπο με τον οποίο το ζητούμε. Αν μου βρείτε άνθρωπο εις όλα αυτάρκη...

Ο αντίλογος είναι προβλέψιμος: δεν είναι ζητιανιά, είναι έκφραση, εξωτερίκευση των μυστικών τού είναι κ.λπ.

Καλώς. Έχουμε ξανακούσει αυτόν τον αντίλογο. Το θέμα είναι ότι σε όλες τις σύγχρονες ζητιανιές, τα χέρια και τα χείλια ανοίγουν: για κανένα πενηνταράκι, για καμιά εξυπηρέτηση, για καμιά φωτογραφία δημοσιότητας, για λίγη τιμή και δόξα, βρε αδελφέ, για να δειχθώ, να φανώ, να με πιστέψουν, να με ακολουθήσουν, να με επαινέσουν, για λίγη μόνο στοργή και αγάπη δούλος και ζητιάνος ενός άνδρα, μιας γυναίκας, ενός έρωτα. Για να πω κι εγώ ότι κάτι είμαι σε αυτή τη ρημάδα τη ζωή, ότι κάτι στο διάολο έκανα κι εγώ, ότι κι εγώ ρε παιδί μου έχω τα δικά μου προνόμια, τις γνωριμίες μου, τους δικούς μου ανθρώπους (οι Λευτεριστές που λέει κι η Φλέσσα για το Κλαμπ Λ. Παπαδόπουλου).

Οπότε μόκο όλοι αυτές τις άγιες μέρες. Μόκο λόγω εξάρτησης, σκλαβιάς, κάθε είδους ζητιανιάς. Του άλλου, όποιος κι αν είναι αυτός. Του άλλου που μας σώζει υπάρχοντας για μας, έχοντας τα μάτια του σε μας.

Μόκο καλύτερα. Ιερή σιωπή. Ζύγισμα τού πόσο αδύναμοι και εύθραυστοι είμαστε χωρίς τους δικούς μας, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Μόκο γιατί εμείς δανειζόμαστε και οι άλλοι μας δίνουν, χωρίς να το ξέρουμε ή να το συνειδητοποιούμε. Μόκο.

Σας ομιλεί ο βασιλεύς των Ιουδαίων, ο αρχι-ζητιάνος όλων των ζητιάνων, ο ηγέτης του χωριού των λεπρών.

Τα σέβη μου αδελφοί μου. Χωρίς εσάς θα ήμουν το τίποτα. Είμαι μέσα από σας, είμαι επειδή είστε εσείς.

ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ 2010
 
Π.Χ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: