24/11/10

Ρωσική γέφυρα

24.11.2010

(Βιβλίο: Μαρία Μπέικου - Χορός: Κρατικά Μπαλέτα Μόσχας, 23.11.2010.)

Ο πόλεμος και ο χορός θέλουν χέρια και πόδια. Χέρια και πόδια του πολέμου και της ειρήνης, στιβαρά, αποφασιστικά, ακαταπόνητα, ντελικάτα, λεπτεπίλεπτα, μεθυστικά.
Αυτά σκεπτόμουν χθες, σε μια βραδιά σαν ρωσική γέφυρα. Να βλέπεις από τη μια την παλιά αγωνίστρια του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ να ανεβαίνει με τα 85 της χρόνια τα ξύλινα σκαλιά του "104" και λαχανιασμένη να παίρνει θέση στην πρώτη γραμμή για να ακούσει τα του βίου της εγκωμιαστικά υπ' άλλων. Και να βλέπεις από την άλλη τους λευκοντυμένους "κύκνους" να στροβιλίζονται υποδειγματικά και άμεμπτα, με τη σβελτάδα και την ικμάδα της χαριτωμένης, σαν αειπάρθενης νιότης.
Η Μπέικου βλέποντας τους στοιβαγμένους στα κάρα νεκρούς της πόλης παίρνει τα βουνά πλαστογραφώντας την υπογραφή του πατέρα της, τον οποίον δεν ξαναβλέπει ποτέ πια. Εισχωρεί στις τάξεις του ΕΛΑΣ, πολεμά παρά τις συχνές κρίσεις ασθενείας της στην περήφανη Ρούμελη, και με την παράδοξη και εφιαλτική μεταστροφή του Δεκέμβρη, παραδίδει μεν τα όπλα, αλλά μεταγράφεται στον ΔΣΕ, όπου μένει μέχρι και το τέλος. Η Ελλάδα αναγκαστικά τής δείχνει την έξοδο: με καράβι μεταβαίνει στη Ρωσία. Τασκένδη και μετά Μόσχα. Από εργοστάσιο καλωδίων στο Σταθμό της Μόσχας. Επιστρέφει στην Ελλάδα με τη μεταπολίτευση, το 1976. Συγκινητική κορύφωση της ζωής της η συνάντησή της με τον άντρα της Γεωργούλα Μπέικο ύστερα από 16 ολόκληρα χρόνια, καθώς εκείνος, μην αποφεύγοντας τη σύλληψη, έζησε τα χρόνια της φυλακής. Βάναυση μαχαιριά της ζωής της η απώλειά του, τον Σεπτέμβριο του 1975, λίγο προτού καταφέρουν και οι δυο να γυρίσουν στην "άξενη" πατρίδα. Κυνηγημένοι άραγε γιατί; επειδή εγγράφηκαν κι αυτοί στις τάξεις των μαχητών της Λευτεριάς, αλλά ύστερα, για να σώσουν την ίδια την ελευθερία τους, βρήκαν καταφύγιο στους αντάρτες των βουνών και συν τω χρόνω, με την αθώα και αφελή πίστη στις κομματικές εντολές, έγιναν ένα με την "αντεθνική" ιδεολογία; "Ο ΕΛΑΣ ήταν επίθεση, ο ΔΣΕ ήταν άμυνα", λέει χαρακτηριστικά η ίδια.
Η Ρωσία την έσωσε επαγγελματικά. Μεσάζων σε μετακλήσεις καλλιτεχνών από τη μαμά Ρωσία, συνεργάζεται με τον Θ. Κρίτα. Όλοι οι μεγάλοι Ρώσοι χορευτές, καλλιτέχνες, θεατράνθρωποι, όταν ξεθυμαίνει κάπως μετά το 1980 το εμφυλιακό πάθος, επισκέπτονται την Ελλάδα και μια γέφυρα η δική της γλώσσα, το δικό της παρελθόν, ηρωικό και άδοξο. Εξ ου και οι Ρωσίδες φίλες που με τα στραβά ελληνικά τους που χωνεύονται μέσα από τον φάρυγγα του ρώσικου επιτονισμού, εντοπίζονται εύκολα μέσα στην μικρή αίθουσα, ξανθό μαλλί, γαλανό μάτι, δουλεμένο χέρι, έξυπνο μυαλό. Σχεδόν πίστεψα ότι και για τα μπαλέτα της χθεσινής βραδιάς κάπως πρέπει η ίδια να έβαλε το χεράκι της.
Μια Δανδουλάκη αενάως λυγερόκορμη, βεργολυγερή που λέμε, φίλη με την Μαρούσα ένεκα... Λιουμπίμωφ, μια Τασούλα Βερβενιώτη ζεστή και αισθαντική "δασκάλισσα", να την ξαναβλέπω ύστερα από τόσους μήνες απουσίας στην Ελβετία, μια Άλκη Ζέη σοφή και σιωπηλή, αγέραστη, να ακούει τους λόγους δίχως να χάνει πόντους και παρατηρώντας με αφοπλιστικά οξυδερκές βλέμμα το κοινό. Γκίκα, Ζαχαρίας, Τερζόπουλος, να συμπληρώνουν την εκλεκτή ομήγυρη των ομιλητών.
Καθώς περνά η αφήγηση του βιβλίου από μέσα μας, είναι πλέον ευκολότερο να μεταχθούμε στο ρωσικό μύθο-παραμύθι, με τον λευκό και τον μαύρο κύκνο, τα μάγια, τη μεταμόρφωση και την αποθέωση του Έρωτα. Επίδειξη σωματικής δεξιοτεχνίας, με τα χέρια πολυέλικτους κλώνους, τα πόδια διαβήτες, τις λεκάνες να σπάνε υπακούοντας στη χορογραφία. Δίπλα μας ένα ζεύγος Ρωσίδων, σαν να είχαν μεταφερθεί αυτούσιες από την οδό Θεμιστοκλέους. Τα μάτια της μιας σαν μισόκλειστα, τα χέρια αντρικά, η άλλη πιο αδύνατη, "δεν βρήκα εισιτήριο στη Ρωσία, και βλέπω τα μπαλέτα εδώ", λέει κι εγώ τις φαντάζομαι με γούνινα καπέλα, να πίνουν τσάι και να χορεύουν "Καλίνκα", στην οικία κατάκοιτων γεροδυστυχισμένων, γηροκόμοι και κορίτσια για όλες τις δουλειές, και με μάτια που κάπως γελάνε μέσα από τη σιβηρική παγωμάρα των κοινωνικών μας ανταλλαγών.
Όπως δηλαδή περίπου γελάνε και οι κύκνοι με την αυτοπεποίθηση της χορευτικής μαεστρίας.

Μπορεί ο κομμουνισμός τού σήμερα να μας πηγαίνει ολοταχώς μόνο σε αναμνήσεις με μια γλώσσα όχι του πολιτικού ρεαλισμού, αλλά της πίστης και συνέπειας του θανάτου, ωστόσο τα τέκνα του, 20 περίπου χρόνια μετά την έκρηξη του 1989 διαφημίζουν μιαν παράδοση, που υπερβαίνει και τους πολέμους και τις επάρατες ιδεολογίες.
Εμείς άραγε σε ποιαν παράδοση είμαστε ταγμένοι;;;

Δεν υπάρχουν σχόλια: