8/11/11

Η ύπαρξη

Νεότητα και φθορά, παλλόμενος οίστρος και παρακμή, ζωντάνια και ''παράδοση'', όπως κι αν συγκροτηθούν τα ζεύγη, πάντοτε ο χρόνος θα κολακεύει την καλλονή της ακμής και θα σταυρώνει τα χέρια αμήχανα μπρος στην προϊούσα κατάπτωση του ανθρώπινου υποκειμένου. Ζούμε τις εποχές πάνω στη σάρκα μας, χαμογελάμε με την άνοιξη των νεανικών μας χρόνων προτού αρχίσουμε να συμβιβαζόμαστε με τα πρώτα σημάδια της ''πτώσης''. Δέντρο που θάλλει και μαραίνεται κι ο άνθρωπος, αρχικά με τη μέθη της νεανικής του αλκής και την υπεροψία απέναντι στα ζητήματα ''των άλλων'', κι ύστερα κατρακυλάει κι ο ίδιος δίχως να το συνειδητοποιεί στη θέση των ''βεβλημένων''.
Μονίμως με την αδυναμία να υπερβεί τη φύση του, να νικήσει την προσωρινότητά του, να χωρέσει στο μάκρος της διαδρομής του όλα τα σχέδια που αναθεωρεί εν τη πορεία του. Ο θάνατος πάντα ένα σύνορο άκαμπτο, που σκεπάζει την ύπαρξη και την απομακρύνει ολοένα από το προσκήνιο, από τα φώτα του κόσμου. Τι θα σκεπτόταν άραγε το υποκείμενο αιχμάλωτο στο νέο καθεστώς; ποιες φωνές θα τον συνόδευαν στο ταξίδι της ανυπαρξίας του; ποια μνήμη θα στεκόταν αγέρωχος φύλακας δίπλα στο έργο του; ποιος θα φρόντιζε την παρακαταθήκη του; πώς θα μιλούσαν άραγε τώρα για κείνον; θα είχε ξεπεραστεί το άγχος της σύγκρισης και το πάθος της μειονεξίας; θα είχε  σβήσει ο φθόνος και η φιλαυτία; άραγε οι χθεσινοί φίλοι τώρα θα έσκυβαν το κεφάλι αντιλαμβανόμενοι τις παρελθούσες μικρότητές τους; ποια συνείδηση θα ένιωθε καθαρή κι αμόλυντη μπρος στη φυγούσα ύπαρξη; ποιος θα μετάνιωνε για τα λόγια και τα έργα του που τον εξέθεσαν απέναντι στον τεθνεώτα; κι αφού σαν θέατρο σκιών περνά η ζωή, ποιες δυνάμεις μας ντοπάρουν ώστε σαν σκυλιά πεινασμένα από νίκες και διακρίσεις να ριχνόμαστε στις υποθέσεις του κόσμου; την ώρα που το εγώ υπάρχει και ''κυβερνά'' λησμονεί την αντιστροφή των ρόλων και επιχειρεί να εξουδετερώσει πάντα έναν που θα σταθεί εμπόδιο στην πορεία του - την ώρα που το εγώ δύει, γραπώνεται από τους στύλους κάθε ζωντανής σχέσης για να μην κρημνιστεί. Μια το εγωπαθές υποκείμενο και μια το κοινωνικό υποκείμενο. Η αιώνια μεταβλητότητα του θεατρίνου ανθρώπου, η αιώνια υποκρισία και παλινδρόμηση. Όταν αλλάζουν οι ανάγκες του, επιστρέφει σαν άσωτος υιός. Όταν νικά και κυριαρχεί, αδιαφορεί για την ύπαρξη των άλλων. "Δεν θέλω να  πεθάνω", λέει μέσα του όταν απειλείται η ύπαρξή του, ''θέλω να υπάρχω'' αλλά τίνι σκοπώ; θέλει να γίνει θεός για να κατακεραυνώνει τους εχθρούς του προτού καταντήσει ανθρωπάκι αδύναμο ζητιανεύοντας την βοήθεια των άλλων. Μια παραίτηση από ένα αξίωμα αρκεί για να σε γειώσει, μια καίρια αποτυχία για να σε κάνει να αισθανθείς πόσο τιποτένιος είσαι, μια συγκυρία για να σε φέρει ένα με το χώμα, ''πρόσωπο'' με τη γη που τόσο αλαζονικά πατάς.
Μια τιμωρία πάντοτε περιμένει στο τέλος της διαδρομής, ύστερα από κάθε ύβρη. Θέλει κάποια σοφία να μένεις απαρατήρητος και να ζεις λάθρα, μακριά από περαστικούς ψευδοεπαίνους και εγκώμια της μίας  βραδιάς. Ο έκπτωτος πολιτικός τώρα κυκλοφορεί χωρίς συνοδεία και απαξιώνεται και από τον πιο ''μικρό'' πολίτη. Η ύπαρξη είναι ένα μαχαίρι που το χρησιμοποιείς κατά το δοκούν, άλλοι για να σκοτώσουν τους αντιπάλους τους κι άλλοι για να μοιράσουν την ευτυχία ώστε να λάβουν και οι άλλοι. Στο τέλος, το μαχαίρι μένει τόσο στρεβλό και άκοπο, που ούτε αγώνας ούτε μοιρασιά μπορεί να λάβει χώρα. Το σώμα έτοιμο να συσπειρωθεί γύρω από τον πυρήνα του, και σαν μάζα ανόητη να μαζέψει το φως του από το τερέν μην αφήνοντας ούτε σκιά. Καληνύχτα, άνθρωπε. Μπορείς να κοιμηθείς πλήρως περιφρονημένος στην κλίνη της ησυχίας σου. Κανείς δεν θα σε αναζητήσει πια. Από γεννήσεώς σου ήσουν ήδη παρελθόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: